ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΤΟ ΜΕΙΛ – Συμβολή της συντρόφισσας Κ. Μ. (μέλους των ΠτΓ/ΚΝ/ΣΕΑΠΣ) στην αποδόμηση των συκοφαντιών των Ε. (Χ.), Α. (Μ.) και Α. (Κ.) εναντίον των ΠτΓ/ΚΝ και συντροφισσών και στο ξεσκέπασμά τους
Έκπληκτη άρχισα να πληροφορούμαι –από τις 29 Νοεμβρίου, και στην αρχή προφορικά– την απαξίωση που είχε εκδηλώσει η Ε. απέναντι στη δουλειά μου πάνω στην μπροσούρα του George Caffentzis και την επίθεση στην ομάδα μου (δηλ. τα ΠτΓ και τις εκδόσεις ΚΝ, που αποτελούν κάτι ενιαίο), η οποία κλιμακώθηκε με τον τραμπουκισμό του Α. απέναντι στον Γ. δια τηλεφώνου δυο μέρες μετά. Μετά από λίγο καιρό ζήτησα τα μέιλ που αναφέρονταν στην ομάδα μου και σε μένα προσωπικά, όπως κι αυτά που στάλθηκαν στις 6 Φλεβάρη. Παρακάλεσα τη Δ. να προωθήσει το παρακάτω κείμενό μου ως τοποθέτηση στα όσα διαδραματίστηκαν στην Ο.Α. και με αφορούν και ταυτόχρονα ως απάντηση σε όσα γράφτηκαν και ειπώθηκαν για μένα και τα ΠτΓ από την Ε. (και, δευτερευόντως, τον Α.). Γι’ αυτόν τον λόγο θέλησα οι αποδέκτες να είναι αυτοί που έλαβαν και άκουσαν τις εναντίον μου συκοφαντίες, κάτι που θα ξαναγίνει εκ μέρους μου αν χρειαστεί.
*
Το γεγονός ότι, πρώτον, δεν μπόρεσα να παρευρεθώ στην τελευταία συνάντηση της Ο.Α. λόγω του βέτο που άσκησε το άτομο από το οποίο θα ζητούσα τις περισσότερες εξηγήσεις σχετικά με τα όσα έχει πει για το άτομό μου, την έκδοση της μπροσούρας του George Caffentzis και γενικότερα για τις σχέσεις ανάμεσα στην Ο.Α. και την ομάδα μου, δηλ. η Ε., και δεύτερον, η καθυστέρηση με την οποία έλαβα το κείμενο που έστειλε τον περασμένο μήνα στη λίστα της Ο.Α. η ίδια, με αναγκάζουν να τοποθετηθώ τώρα.
Kαταρχήν, τα γεγονότα:
Υπέθετα ότι σε όλα τα μέλη της ομάδας σας θα ήταν γνωστό –και είχαν υποχρέωση να γνωρίζουν– το πώς ξεκίνησε και εξελίχθηκε η συνεργασία της Ο.Α με τα ΠτΓ και το ΚΝ για την εν λόγω μπροσούρα και την προηγηθείσα εκδήλωση, επειδή όμως αμφιβάλω μετά από όσα εξωφρενικά συνέβησαν, παραθέτω σύντομα την ιστορία αυτής της ατυχούς συνεργασίας: την άνοιξη του 2017, στη Συνέλευση Εργαζομένων–Ανέργων κατέθεσα πρόταση διοργάνωσης εκδήλωσης με τον George σχετικά με την εκλογή Τραμπ και τις συνέπειές της. Αν και η Ε. είχε αρνηθεί αρχικά («τι ξέρουμε εμείς για την Αμερική», είχε πει χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων), τελικά συμφωνήθηκε η διοργάνωση να γίνει από τα ΠτΓ και την Ο.Α. Είχα μεταφράσει και στείλει στην Ο.Α. το πρώτο κείμενο του George, τα ΠτΓ έκαναν την εισαγωγική εισήγηση της εκδήλωσης και ο Γ. κι εγώ κάναμε τη διερμηνεία. Η σχετική αφίσα, που την είχα επιμεληθεί εγώ, είχε την κοινή υπογραφή Ομάδα Αυτομόρφωσης/ΠτΓ.
Η απομαγνητοφώνηση έγινε από την Ε. και στο κείμενο έκανα εκ νέου επιμέλεια αλλά και αρκετές διορθώσεις αφού ξαναάκουσα το υλικό μαζί με τον αδερφό μου που έχει καλύτερη, ακουστική τουλάχιστον, γνώση των αμερικάνικων αγγλικών.
Δούλεψα το εξώφυλλο και ζήτησα από τον George επικαιροποίηση του αρχικού κειμένου του βάσει συγκεκριμένων ερωτημάτων, πράγμα που ευχαρίστως έκανε. Μετέφρασα και αυτό το δεύτερο κείμενο και μέσω του Γ. έστειλα στην Ο.Α. στις 17/11/2018 όλο το υλικό για σχολιασμό για την επικείμενη κοινή έκδοση. Παρεμπιπτόντως, πέραν όλων των πολιτικών ζητημάτων που αφορούν τη συνεργασία της Ο.Α με το Κ.Ν., το προτεινόμενο εξώφυλλο που έστειλα είχε το «λογότυπο» του ΚΝ για τον επιπλέον λόγο ότι έτσι θα μπορούσε να διανεμηθεί στα βιβλιοπωλεία – πράγμα που δεν απέκλειε, σε καμία περίπτωση, τη δυνατότητα να υπήρχε στο τελικό εξώφυλλο και το όνομα της Ο.Α. Το μέιλ του Γ. που συμπεριελάμβανε τόσο το δικό μου όσο και μια ολοκληρωμένη πρόταση των ΠτΓ προς την Ο.Α. ήταν αυτό:
Γεια χαρά σε όλους,
η Κ. μου έστειλε τη δουλειά που έχει κάνει μέχρι τώρα για την μπροσούρα του καφετζή και γράφει:
Γεια, σας στέλνω
1) το τελικό κείμενο της απομαγνητοφώνησης αφού έλαβα υπόψη τις διορθώσεις της Ε. αλλά και αφού ξανάκουσα με τον αδερφό μου το μαγνητοφωνημένο υλικό και πέρασα όλες τις διορθώσεις.
2) Μια πρώτη μετάφραση του νέου κειμένου που μας έστειλε ο George, όπου λείπουν κάποιες δικές μας σημειώσεις
4) 3 προτάσεις για εξώφυλλο.
Κ.
Ζητάει τη γνώμη σας.
Ως ΤΠΤΓ έχουμε συζητήσει το ενδεχόμενο να υπάρξει ένας κοινός πρόλογος ή ένα κοινό επίμετρο. Αν συμφωνείτε, πείτε λοιπόν ποια σημεία για την κατάσταση στην Αμερική θα θέλατε να διερευνήσετε περισσότερο. Εμένα προσωπικά με ενδιαφέρει να ειπωθούν κάποια πράγματα παραπάνω για τους εργατικούς αγώνες εκεί.
Αν διαφωνείτε και κανείς από την ομάδα αυτομόρφωσης δεν ενδιαφέρεται να συνεργαστεί μαζί μας σε έναν τέτοιο πρόλογο ή επίλογο, ζητάω να δηλώσετε αν υπάρχει πρόβλημα να τον γράψουν μόνο τα ΤΠΤΓ.
Αν υπάρχει πρόβλημα, η μπροσούρα θα βγει μόνο με αυτά τα δύο κείμενα που στέλνω και με όποιο εξώφυλλο επιλεχθεί από κοινού, είτε από αυτά που στέλνω είτε από άλλη πρόταση που τυχόν γίνει.
γ.
Ενώ λοιπόν ο Γ. είχε προωθήσει από τις 17 Νοεμβρίου το υλικό που ετοίμαζα για την επικείμενη κοινή έκδοση,πληροφορήθηκα για την «τοποθέτηση» της Ε. και του Α. επ’ αυτού, που ήταν και οι μόνες απαντήσεις εντός της Ο.Α. (κανένα μέλος της Ο.Α. δεν επικοινώνησε ποτέ μαζί μου για να συζητήσει το μέιλ που έστειλα!)
Τα μέιλ αυτά, που μου προωθήθηκαν από τον Γ. αργότερα αφού με αφορούσαν άμεσα, είναι τα παρακάτω:
καλησπέρα!
θα ξεκινήσω να δουλεύω το κείμενο του Καφετζή, μιας και απ‘ ό,τι κατάλαβα υπάρχει η σκέψη μήπως και βγει σε έντυπη μορφή μες στον Δεκέμβρη και συγκεκριμένα πριν τις Μαυροκόκκινες Σελίδες.
κοίταξα τις τρεις προτάσεις για εξώφυλλο (στάλθηκαν σε pdf) και ομολογώ πως τις βρήκα και σχεδιαστικά και αισθητικά εξαιρετικά ελλιπείς. θα ζητήσω από έναν φίλο μου, επαγγελματία γραφίστα, να μας ετοιμάσει μια πρόταση,αλλά δεν ξέρω αν προλαβαίνει, μιας και λείπει στο εξωτερικό αυτό το διάστημα. διαφορετικά, ελλείψη άλλης σοβαρής πρότασης, μπορούμε να ετοιμάσουμε ένα πολύ μίνιμαλ εξώφυλλο, που να έχει πχ τη φράση του Καφετζή This is not normal και πληροφορίες για την εκδήλωση.
στο συγκεκριμένο pdf, όμως, παρατήρησα και κάτι ακόμα: υπάρχει το logo του Κόκκινου Νήματος. πότε συζητήθηκε και αποφασίστηκε κάτι τέτοιο, δηλαδή η έκδοση της εκδήλωσης του Καφετζή να βγει από τις εκδόσεις του Κόκκινου Νήματος; και γιατί να γίνει κάτι τέτοιο; δεν μπορεί η ομάδα αυτομόρφωσης να στηρίξει οικονομικά τα εγχειρήματά της; δεν πρέπει να συζητηθεί αυτό;
κατά τη γνώμη μου οι εκδόσεις της ομάδας αυτομόρφωσης δεν πρέπει να συνδέονται με άλλες πολιτικές ομάδες ή να θεωρούνται συγκοινωνούντα δοχεία, ενόψει μάλιστα και του καλέσματος που ετοιμάζουμε για τον νέο κύκλο μαθημάτων, που είναι ανοιχτό και θεωρητικά απευθύνεται σε όλες και όλους. αν στην τελική δεν μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε τις εκδόσεις μας ως ομάδα, καλό θα είναι να εξετάσουμε άλλους τρόπους χρηματοδότησης.
αυτά για την ώρα. καλό απόγευμα!
Ε.
συμφωνω με την ε. οπως το βαλε (αν κι εχω λιγες ενοχες να εκφερω αποψη αφου απουσιαζω ολο αυτο το διαστημα)
(Α.)
Μάλιστα στην ήπια αντίδραση του Ν. σχετικά με την αμφισβήτηση που εκδήλωσαν αυτά τα δύο άτομα ότι η εν λόγω μπροσούρα αποτελούσε κοινή δουλειά των δύο ομάδων και στο εύλογο ερώτημά του γιατί να μην υπάρχει συνεργασία με πολιτικές ομάδες όταν έχουν συμβάλλει στο έργο της Ο.Α., η Ε. επανέρχεται επιβεβαιώνοντας το αρχικό της μέιλ:
καλησπέρα και πάλι!
πρώτα και κύρια δεν συζητήθηκε ποτέ κάτι τέτοιο, δεν αποφασίστηκε απ‘ όσο θυμάμαι η μπροσούρα του Καφετζή να βγει από το Κόκκινο Νήμα κι αν αποφασίστηκε την μοναδική φορά που έλειψα κακώς δεν ενημερωθήκαμε οι απόντες. το δεύτερο ερώτημα είναι αν χρειάζεται κάτι τέτοιο, να χρηματοδοτηθεί δηλαδή ένα μπροσουράκι. δεν μπορούμε να το βγάλουμε από μόνοι μας;
φυσικά και υπάρχει συνεργασία με τα Παιδιά της Γαλαρίας, ταύτιση όμως δεν υπάρχει. κι αν κάθε υλικό μας βγαίνει από το Κόκκινο νομίζω πως γίνονται αυτόματα τέτοιοι συνειρμοί.
Ε.
Την επόμενη μέρα η Ε. ζητάει «συγνώμη» (😉, δηλώνοντας ταυτόχρονα αποχώρηση από την Ο.Α.! Τώρα, επανέρχεται 2 μήνες μετά με το κείμενο που έστειλε, χαρακτηρίζοντας τη στάση της «αμέλεια» και «σφάλμα» και βαφτίζει την γενικότερη κακοπιστία που εξέφρασε απέναντι στα ΠτΓ/ΚΝ ως «προβληματισμό», «αστοχία», «στείρα πρόταση» που διατυπώθηκε με «άτσαλο και παρεξηγήσιμο τρόπο». Ρωτάει, μάλιστα, δήθεν αφελώς, πώς είναι δυνατόν να είχε ξεχάσει ότι επρόκειτο περί συνδιοργάνωσης! Πραγματικά, της επιστρέφω εγώ το ερώτημα, πώς είναι δυνατόν να «έσφαλλε» τόσο πολύ; Πώς γίνεται να της «διέφυγε» η ύπαρξη της άλλης ομάδας αλλά και η δική μου, τη στιγμή μάλιστα που γνώριζε μια χαρά τη γενεαλογία της συγκεκριμένης συνεργασίας; Πώς είναι δυνατόν να αγνοούσε τη μέχρι πρότινος συνεργασία ανάμεσα στην Ο.Α. και τα ΠτΓ η οποία μάλιστα είχε ξεκινήσει πριν μπει καν αυτή στην Ο.Α. και να χρησιμοποιεί υπονοούμενα για «συγκοινωνούντα δοχεία» που δήθεν εμποδίζουν την «ανοιχτότητα» της Ο.Α. λόγω συνάφειας με τα ΠτΓ; Πόσο πειστική μπορεί να είναι μια δήθεν «συγνώμη» όταν δεν απευθύνεται σε κανέναν αλλά αιωρείται γενικά και αόριστα; Κάθε συγνώμη έχει πάντα έναν αποδέκτη, πχ η ίδια λέει σήμερα «ζητάω να μου ζητήσουν συγνώμη». Ποτέ δεν έλαβα είτε εγώ είτε οι άλλοι άμεσα θιγόμενοι, δηλαδή ο Γ. και ο Δ., συγνώμη. Πόσο πειστική ακόμα μπορεί να είναι μια δήθεν «συγνώμη» όταν συνοδεύεται από αποχώρηση από την ομάδα της εν είδει διαμαρτυρίας και όταν όχι μόνο διατηρούνται ανέπαφα αλλά και εντείνονται τα γενικότερα σχόλιά της εναντίον της ομάδας μου; Πόσο πειστική ξαναλέω μπορεί να είναι μια δήθεν «συγνώμη» όταν δεν απευθύνεται συγκεκριμένα στα μέλη των ΠτΓ/ΚΝ; Πόσο πειστική μπορεί να είναι η δικαιολογία περί «ατοπήματος» όταν όλο το μέιλ αφορούσε ένα συγκεκριμένο σκεπτικό που ξαναειπώθηκε σε δεύτερο μέιλ και άρα στάλθηκε με συγκεκριμένες προθέσεις;
Πέρα από τελείως υποκριτική, η τακτική του να εντοπίζει κάτι τόσο κραυγαλέα λάθος από την πλευρά της, νομίζοντας ότι έτσι θα μας κάνει να πιστέψουμε στην αθωότητα των προθέσεών της, είναι αποτυχημένη. Στην πραγματικότητα, ήταν το θράσος της που την έκανε να ρισκάρει μια τέτοια απόπειρα υπονόμευσης της ομάδας μου, ποντάροντας στο σιγοντάρισμα πρόθυμων «συντρόφων» κι… ό,τι βγει. Η άμεση αντίδραση των συντρόφων μου–μελών της Ο.Α. την ανάγκασε στην άτακτη υποχώρηση της δήθεν «συγνώμης» και της αποχώρησης από την Ο.Α.
Η συνέχεια, βέβαια, στη συνάντηση της Ο.Α. στις 11/12, από την πληροφόρηση που έχω από τους συντρόφους μου, ήταν ακόμα χειρότερη αλλά και αποκαλυπτική της υποκρισίας της «συγνώμης» για την οποία κάνω λόγο παραπάνω: την ίδια στιγμή που «μετανοούσε» αποχωρώντας, έστηνε σκηνικό λεκτικού τραμπουκισμού με τη συνδρομή του προστάτη της Α., που περιλάμβανε δήθεν «αποκαλύψεις» συνοδευόμενες από στριγγλιές, φωνασκίες, πλήθος ύβρεις και προκλήσεις του πιο χαμηλού επιπέδου (πχ, «είστε πολιτικές πουτάνες», «πολιτικοί απατεώνες», «καθάρματα», «κυρία Δ.», «Δημητράκη» κλπ). Αφού δεν μπόρεσαν να απαντήσουν πολιτικά για την αρχική τους απόπειρα να περιθωριοποιήσουν τα μέλη των ΠτΓ εντός της Ο.Α. και να αναλάβουν την ευθύνη των ανυπόστατων κατηγοριών τους για «σέχτα», μετά δεν άφησαν κανένα περιθώριο όχι μόνο λογικής συζήτησης αλλά και δυνατότητας απάντησης σε όσους κατηγορούσαν παραληρηματικά, μην τηρώντας στοιχειώδεις πολιτικούς κανόνες δεοντολογίας. Κι όλα αυτά παρότι, όπως έμαθα, στην αρχή της συνάντησης είχαν προσποιηθεί ότι συμφωνούν οι κατηγορούμενοι να μιλούν τελευταίοι!
Ένα δεύτερο στοιχείο της τακτικής της Ε. είναι η στρεψοδικία. Αδυνατώντας να απαντήσει ξεκάθαρα, ειλικρινώς και πολιτικά στα όσα άτσαλα προσπάθησε να πάρει δήθεν πίσω, κατέφυγε σε παραπλανητικά επιχειρήματα, αναφερόμενη πχ στον Σ. Τ., που ήταν μέλος των ΠτΓ, του ΚΝ και της Ο.Α. μέχρι τις αρχές του 2012, κάτι τελείως άσχετο με αυτά για τα οποία έπρεπε να δώσει εξηγήσεις. Να ξεκαθαρίσω ότι η παραμονή του Τ. στις δύο πρώτες συλλογικότητες, μετά από την πρόσληψή του στο γραφείο του Μ., δεν έγινε ούτε αβασάνιστα ούτε χωρίς εντάσεις. Η άποψη που τελικά είχε επικρατήσει ήταν να το αποδεχτούμε ως κάτι προσωρινό, λαμβάνοντας υπόψη μας την πολύχρονη ανεργία του, την ξεκάθαρη αποστασιοποίησή του από τον πολιτικό χώρο του εργοδότη του και την απέχθεια μάλιστα που του προκαλούσε (μέχρι και κρίσεις πανικού πάθαινε εξαιτίας της δουλειάς αυτής, όπως μας έλεγε). Η απόφασή μας αυτή ήταν λανθασμένη, όχι επειδή ο Τ. ήταν πασόκος, όπως βλακωδώς ελέχθη, αλλά γιατί πολύ γρήγορα αποδείχτηκε ότι δεν ήθελε πια να έχει καμιά πολιτική δραστηριότητα, άρα θα έπρεπε να είχαμε αντιληφθεί έγκαιρα ότι ήταν ο καιροσκοπισμός του που τον οδήγησε σε αυτή τη δουλειά και όχι η ανάγκη επιβίωσης. Λίγους μήνες μετά είχαμε έντονη σύγκρουση μαζί του (συγκεκριμένα, ο Γ., εγώ και ο Δ.) και αποχώρησε από την ομάδα, ενώ ο Α. Κ … έκλαιγε γι’ αυτήν την εξέλιξη). Το λάθος μας αυτό φροντίσαμε να μην το επαναλάβουμε και έτσι στην περίπτωση του Α. Κ., που παρεμπιπτόντως ήταν πολύ χειρότερη γιατί στήριξε ενάντια στην ομάδα του τις απόψεις και την πολιτική πρακτική της Ε. Κ., του κυβερνητικού στελέχους με το οποίο είχε ερωτική σχέση, η στάση μας ήταν πλέον σύμφωνη με όσα πρεσβεύουμε.
Αλλά ποιοι μας εγκαλούν για πολιτική απατεωνία; Αυτοί που διαμαρτυρήθηκαν για αυτήν ακριβώς την αυστηρή στάση μας απέναντι στον Α. Κ.; Αυτοί που, όπως έμαθα, πρότειναν, ακόμα και στις 11/12 (!) να έρθει σε συνάντηση της Ο.Α.; Αυτοί που χαριεντίζονται μαζί του στα social media; Στη σελίδα της Ε. στο facebook φιγουράριζε στις 12/12 το εξώφυλλο της Εκδίκησης της Γυφτιάς με τη λεζάντα Ναι, ρε φίλε! και ένα χαιρέκακο για τη διάλυση της Ο.Α. σχόλιο του Α. Κ. από κάτω: Χαχαχαχαχα!…
Πέρα από παραπλανητική όμως η αναφορά στον Σ. Τ. είναι και τελείως υποκριτική. Εκτός του ότι γνωρίζω ότι όσο καιρό η Ε. είχε ερωτική σχέση με τον Δ. του είχε κάνει κριτική κατά καιρούς ακριβώς για τους αντίθετους λόγους που επικαλείται τώρα, δηλαδή για το ότι ο Δ. συμμετείχε μαζί μας στην κριτική διαφόρων κακώς κειμένων(συμβουλεύοντάς τον να «μην μπλέκει»), η φράση ότι του είχε «ασκήσει δριμύτατη κριτική» ειδικά σχετικά με τον Σ. Τ. είναι απάτη ολκής. Η Ε., αντίθετα, όχι μόνο διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον Σ. Τ., αλλά του έκανε και τη γλωσσική επιμέλεια του πονήματός του, Money (που εκδόθηκε τον Δεκέμβρη του 2011), δηλαδή το ίδιο διάστημα που ο Σ. Τ. «ήταν χωμένος με βύσμα στο ιδιαίτερο γραφείο του μνημονιακού Μ.». Γι’ αυτήν της την ανιδιοτελή συνεισφορά(συγκρατήστε τη φράση), επειδή τον συνέτρεξε στο λογοτεχνικό του δημιούργημα, η Ε. κατάφερε να έχει και εύφημη μνεία στο εν λόγω βιβλίο, όπως φαίνεται από τη συνημμένη σελίδα που στέλνω. [Μπορεί κανείς να ανατρέξει στη συγκεκριμένη έκδοση, για του λόγου το αληθές]. Προφανώς κι αυτό της «διέφυγε» και δεν το ανέφερε στο κείμενό της ή μπορεί απλά να προστατεύει το δικό της παρελθόν.
Γνωρίζοντας ότι ο Α. Κ. είχε εγκαταλείψει την Ο. Α. αφήνοντας στο έλεός τους το μπλογκ και τις εισηγήσεις που χρώσταγε –τέτοιο πραγματικό ενδιαφέρον για το πολιτικό έργο της Ο.Α.!- ρώτησα τον Γ. που ήταν ιδρυτικό μέλος της Ο.Α. να μάθω τι είχε κάνει ο Σ. Τ. εναντίον αυτής της ομάδας. Ιδού η γραπτή απάντησή του: «Τίποτα απολύτως. Ο Σ.Τ. χάθηκε σταδιακά από την Ο.Α. το χειμώνα του 2011-2012 και αργότερα από τον αντιεξουσιαστικό χώρο συνολικά, ακολουθώντας τη φιλοσυριζάδικη πορεία δεκάδων ατόμων απ’ αυτόν τον χώρο. Το μόνο που μας έμεινε απ’ αυτόν ήταν μια παλιά εισήγησή του για την εργασιακή διαδικασία και τη διαδικασία αξιοποίησης που τη ξαναχρησιμοποίησε για τις ανάγκες των επαναληπτικών μαθημάτων του Κεφαλαίου ο Ο. το 2017».
Η διπλή γλώσσα και η διπροσωπία δεν σταματούν εδώ όμως. Στην αποτυχημένη της προσπάθεια να δικαιολογήσει τους τραμπουκισμούς του συνοδοιπόρου και προστάτη της Α., η Ε. καταφεύγει σε ένα αισχρό ψέμμα, ότι κατά τη διάρκεια του summercamp 2017, ο Γ. δήθεν έλυνε τις προσωπικές του διαφορές μαζί της, βρίζοντάς την και απειλώντας την πως θα την πετάξει έξω από τις ομάδες που συνυπήρχαν πολιτικά! Μάλιστα λέει το εξωφρενικό ότι γνώριζα κι εγώ όλα αυτά τα φοβερά! Τι κρίμα όμως για αυτήν που, δημόσια τουλάχιστον, άλλα έλεγε σε όλους μας τότε, όπως αποδεικνύει και το παρακάτω απόσπασμα από δικό της μέιλ στη λίστα της Συνέλευσης Εργαζομένων Ανέργων, στις4/8/2017
και κάτι τελευταίο, αλλά πολύ σημαντικό: σε όλη την μέχρι τώρα αλληλογραφία μας δεν προέκυψε καμιά κατηγορία προς το πρόσωπο του Γ., ούτε ως υπαινιγμός. αυτό πρέπει να καταστεί ξεκάθαρο για να συνεχίσουμε παρακάτω. ούτε αμφισβητήθηκε ποτέ νομίζω η συνεισφορά του στη διοργάνωση του summermeeting. και η Κ., αλλά και εγώ αναφερθήκαμε στο roundup στον σύντροφό μας που απουσίαζε, όπως γνωρίζετε όσοι και όσες συμμετείχατε.
αυτά για την ώρα. καλό βράδυ.
Ε.
Όχι μόνο δεν αναφέρονται βρισιές και απειλές (ακριβώς επειδή δεν υπήρξαν ποτέ) αλλά και ο Γ. παρουσιάζεται ως ένας αξιοσέβαστος σύντροφος. Δύο τινά συμβαίνουν: ή η Ε. μας έλεγε ψέμματα τότε ή μας λέει τώρα και πιθανώς αναφέρεται σε κάποια άλλη προσωπική τους διαμάχη σε άλλο χρόνο που δεν μας αφορά. Σημασία έχει ότι ο Γ. δεν πρότεινε ποτέ την εκδίωξή της από τη συνέλευση. Αυτός έφυγε από το summercamp. Μήπως το έκανε στην Ο.Α.; Πολύ αμφιβάλλω. Διαλέχτε, εν πάσει περιπτώσει, την εκδοχή του ψέμματος που προτιμάτε αλλά, καλού κακού, την επόμενη φορά που θα την πιστέψετε, αναρωτηθείτε πόσο σύντομα θα διαψευστούν τα λεγόμενά της.
Μιλώντας για διάψευση, θέλω εγώ να διαψεύσω με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι το μέιλ μου βρίσκεται ενεργά στη λίστα της Ο.Α. Για την ιστορία, το μέιλ μου (k…) που το δημιούργησα μέσα στη δεκαετία του ’90, χρησιμοποιόταν ευρέως ως το μέιλ της ομάδας των ΠτΓ, για επικοινωνία τόσο με συντρόφους στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Μέχρι και το 2012 που ο Γ. έφτιαξε δικό του μέιλ, χρησιμοποιούσε αυτό. Κατά συνέπεια, για αυτό το λόγο μέχρι τότε βρισκόταν το μέιλ αυτό στη λίστα της Ο.Α. Μετά το 2012 όμως το μέιλ μου απενεργοποιήθηκε και δίπλα του υπάρχει ένδειξη μη προσβασιμότητας, απ’ όσο γνωρίζω. Το υπονοούμενο αυτό της κατασκοπείας είναι γελοίο, βέβαια, γιατί αν ήθελα τόσο πολύ να συμμετέχω στην ομάδα αυτή, θα μπορούσα απλά να το κάνω κι έτσι κι εγώ να έχω το… προνόμιο να είμαι κανονικά και με το νόμο μέλος της λίστας αυτής. Το θέμα όμως είναι ότι η Ε. γνώριζε ότι το μέιλ μου ήταν ανενεργό γιατί είχε στην κατοχή της τη λίστα των μέιλ μετά την εγκατάλειψή της από τον Α. Κ. και άλλωστε της το υπενθύμισε η Δ. στις 11/12. Αλλά μάλλον της «διέφυγε« κι αυτό…
Στην προσπάθειά της η Ε. να αντικρούσει την κατηγορία ότι επιχείρησε να αποκλείσει τα ΠτΓ και το ΚΝ από κοινά εγχειρήματα (κι όχι όπως λέει, εγχειρήματα της Ο.Α.), ισχυρίζεται ότι «βγάζει δουλειά για μας» και μάλιστα «ανιδιοτελώς», αναφερόμενη στη δακτυλογράφηση μιας μετάφρασης του Π. Πέρα από την παρανόηση που έχει κάνει των κειμένων που η ίδια δακτυλογραφεί, η ουσία είναι ότι δεν κάνει καμία δουλειά για το ΚΝ αλλά για τον Π., με τον οποίο είχε κάνει συμφωνία, και σε καμία περίπτωση ανιδιοτελώς. Ενώ μιλάει για ανιδιοτέλεια στο κείμενο που έστειλε στη λίστα στις 6/2, στέλνει στις 8/2/2019 ιδιωτικά μέιλ στον Γ. και στον Δ. (ως μέλη του ΚΝ), όπου επίμονα ζητάει χρήματα, με τρέχουσες επαγγελματικές, μάλιστα, τιμές!
Θαυμάστε «ανιδιοτέλεια»:
αγαπητά μέλη του Κόκκινου Νήματος, πέρα από τις γνωστές εκκρεμότητες
που ανέφερα στο μέιλ που έστειλα στη μικρή λίστα, υπάρχει μία ακόμα
και αφορά την οικονομική εκκρεμότητα για το κείμενο που δακτυλογράφησα
για λογαριασμό των εκδόσεών σας, το οποίο συμφωνήσαμε πως θα πληρωθώ.
ο συνολικός αριθμός λέξεων είναι 18.049. σύμφωνα με τις τρέχουσες
τιμές υπολογίζουμε 1 ευρώ/ 250 λέξεις, άρα το ποσό ανέρχεται στα
72,196 ευρώ, για εσάς μόλις 72.σας στέλνω τον αριθμό του IBAN
μου:GR86*********************, Χ. Ε. ξαναστέλνω τα πρώτα
δύο δακτυλογραφημένα μέρη και το τρίτο πολύ σύντομα. ε.
Και ξανά στις 14/2/2019
Θέμα: Σχετ: οικονομική εκκρεμότητα
Περιμένω εδώ και μία εβδομάδα την απάντησή σας.
Υπάρχει οικονομική εκκρεμότητα μεταξύ μας, για την οποία δεσμευτήκατε δημόσια.
Περιμένω να την σεβαστείτε και να την τακτοποιήσετε το συντομότερο.
Ε.
Αλλά εδώ ας αφήσω τον ίδιο τον Π. να ξεκαθαρίσει το ζήτημα, σε χειρόγραφο που μου παρέδωσε σχετικά με τη δυσάρεστη αυτή υπόθεση στις 24/2/2019:
Πριν από ημέρες έλαβα σε φωτοτυπία τα κείμενα που έστειλαν οι Ε. και Α. στη λίστα. Στο κείμενό της η Ε. μιλά για δουλειά που βγάζει για τα ΠτΓ και το ΚΝ: «δακτυλογραφώ τη μετάφραση που κάνει ο Π. του βιβλίου του Πάτρικ Μάρραιη “Τα αποτελέσματα της άμεσης διαδικασίας παραγωγής”, που θα εκδοθεί από το ΚΝ». Και λίγες αράδες πιο κάτω λέει ότι συντρέχει «ανιδιοτελώς» τους Γ.-Δ. Επίσης, σε άλλο μέηλ της, ζητά από το ΚΝ τα χρήματα που κατά την Ε. έχουν συμφωνήσει μεταξύ τους να πάρει για τη δακτυλογράφηση της προαναφερόμενης μετάφρασης.
Εξ αρχής λέω ότι το ΚΝ δεν είχε καμία ουσιαστική ανάμειξη στην όλη ιστορία και αυτό θα φανεί από την εξιστόρηση των γεγονότων. Για ό,τι ακολουθεί είναι απαραίτητο να γνωρίζετε όλοι ότι εγώ δακτυλογραφούσα σε ηλεκτρική γραφομηχανή, εξ ου και η ανάγκη να δακτυλογραφούνται εκ νέου τα κείμενά μου σε υπολογιστή ώστε να έχουν πρόσβαση σε αυτά τα μέλη της Ο.Α.
Από τα πρώτα μαθήματα που άρχισα να παρακολουθώ στη Σκαραμαγκά σκέφτηκα να κάνω πράξη μια παλιά μου σκέψη: να μεταφράσω εγώ ένα παλαιότερα εκδοθέν βιβλίο του Μαρξ με ατυχή μετάφραση. Μια πρώτη λύση για τον τρόπο έκδοσής του ήταν οι δικές μου «εποικοδομητικές κατεδαφίσεις», οι οποίες όμως είχαν ένα πολύ μικρό εκδοτικό βεληνεκές – ας το θέσω έτσι. Πέρασαν λίγοι μήνες και ρώτησα τον Γ. αν υπάρχει ένα πρώτο ενδιαφέρον για έκδοσή του από το ΚΝ και η ανταπόκρισή του ήταν θετική. Τα τρία μέρη που αποτελούν τα «Αποτελέσματα της άμεσης διαδικασίας παραγωγής» τα έγραψε ο Μαρξ ως σύνοψη του πρώτου τόμου και ως «γέφυρα» σύνδεσης με τον δεύτερο. Λίγο αργότερα, στην προπαρασκευή για τον νέο κύκλο μαθημάτων, το πρώτο εξάμηνο του 2014, ανέλαβα εισηγήσεις που σχετίζονταν αμέσως με τα «Αποτελέσματα…» (56η και 57η εισήγηση). Σκέφθηκα λοιπόν να κάνω δώρο στους μαθητές με συνεχή παρουσία στα μαθήματα (μαθητές έρχονταν και παρέρχονταν και δεν ήθελα να βρεθεί υλικό της Ο.Α. σε χέρια μαθητή που παρακολούθησε ένα–δυο μαθήματα) το τρίτο μέρος του βιβλίου Μαρξ. Αρκετούς μήνες αργότερα, έχοντας γνωριστεί καλύτερα με την Ε. διότι συμμετείχαμε αμφότεροι στην Ο.Α. και στη Συνέλευση [Εργαζομένων–Ανέργων από την πλατεία Συντάγματος], και έχοντας πια γνώση ότι η Ε. δεν κάνει εισηγήσεις αλλά κάνει πολλά άλλα πράγματα για την Ο.Α., μεταξύ των οποίων και δακτυλογραφήσεις, σκέφτηκα και πρότεινα στην Ε., αν θέλει και αν έχει χρόνο με τα τόσα που έκανε, να δακτυλογραφήσει το τρίτο μέρος του βιβλίου του Μαρξ, που ήταν και το αντικείμενο της εισήγησής μου, ώστε μέσω του υπολογιστή να αποκτήσουν πρόσβαση στη μετάφραση και όλα τα άλλα μέλη της Ο.Α. που δεν είχαν έστω σε φωτοτυπία τη νέα δική μου μετάφραση. Θυμίζω ξανά ότι τα «Αποτελέσματα…» είναι μέρος του τρίτομου έργου του Μαρξ που αποτελεί αντικείμενο μελέτης της Ο.Α. ενώ τα ίδια τα «Αποτελέσματα…» ήταν αντικείμενο εισηγήσεών μου. Αυτός ο πρώτος σύντομος διάλογος ανάμεσα σ’ εμένα και την Ε. (θέλεις…; Έχεις χρόνο…😉τελείωσε λέγοντάς της να στείλει τη δακτυλογράφηση όταν την τελειώσει και στους Γ.-Δ. Κι αυτό διότι, όντας άσχετος με υπολογιστές και ακούγοντας κατά καιρούς άλλους να λένε ότι «έχασαν» κείμενο στον υπολογιστή τους, ήθελα για λόγους ασφαλείας να υπάρχει το κείμενο όχι μόνο στον υπολογιστή της Ε. αλλά και σε άλλα δύο μέλη της Ο.Α. τα οποία ήταν συνάμα και μέλη του ΚΝ και θα είχαν έτσι την ευκαιρία να δουλεύουν στον υπολογιστή τους τη μετάφραση(δεν ξέρω καλά αγγλικά) σε όποιον ελεύθερο χρόνο τους ήθελαν. Κοντολογίς, με έναν σμπάρο δυο τρυγόνια.
Με το ίδιο πνεύμα (της θέλησης) και στο ίδιο πλαίσιο (της ανιδιοτέλειας – όπως λέει και η ίδια η Ε.) έγιναν και οι δύο επόμενοι και εξίσου σύντομοι διάλογοι ανάμεσα σ’ εμένα και την Ε. σχετικά με τη δακτυλογράφηση του δεύτερου και του πρώτου μέρους του βιβλίου του Μαρξ. Στο μεταξύ, η Ο.Α. αναβάθμιζε τους στόχους της –ξαναδούλεμα όλων των εισηγήσεων και σκέψεις για έκδοση κάποιων εξ αυτών σε βιβλίο– και έτσι σκέφτηκα κι εγώ «αναβαθμισμένα»: η έκδοση του βιβλίου του Μαρξ, υλικό της Ο.Α., να γίνει ως αποτέλεσμα συνεργασίας της Ο.Α. με το ΚΝ. Πρόταση που δεν πρόλαβα βεβαίως να κάνω διότι μεσολάβησαν τα γνωστά γεγονότα Νοεμβρίου/Δεκεμβρίου.
Από τα προαναφερθέντα γίνεται σαφές ότι το ΚΝ δεν έχει καμία σχέση με όσα η Ε. ισχυρίζεται ότι έχει. Ό,τι κείμενα έπαιρνε η Ε. για δακτυλογράφηση τα έπαιρνε από εμένα, όχι φυσικά ως «αντιπρόσωπο» του ΚΝ αλλά ως μέλος της Ο.Α. που έδινε υλικό της Ο.Α. προς δακτυλογράφηση σε ένα άλλο μέλος της Ο.Α. Ζήτημα πληρωμής της δακτυλογράφησης δεν τέθηκε ποτέ για κείμενα του Μαρξ. Ακόμα κι αν εγώ ήμουν τόσο βλάκας να της προτείνω χρήματα, η ίδια η Ε. όχι μόνον δε θα τα δεχόταν αλλά ενδεχομένως και να μ’ έβριζε που της πρότεινα χρηματική αμοιβή για δακτυλογράφηση υλικού της Ο.Α. Όλοι γνωρίζουμε τη δουλειά που έκανε η Ε. σχετικά με δακτυλογραφήσεις και επίσης γνωρίζουμε ότι ποτέ δεν έπαιρνε χρήματα γι’ αυτή τη δουλειά. Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας το κείμενο της Ε. που αφορά τη συνάντηση της Ο.Α. τον Δεκέμβριο, ούτε και η ίδια η Ε. ζητά χρήματα για τα κείμενα του Μαρξ – συνδέει την αμοιβή με το «βιβλίο», όπως το ονομάζει η ίδια, του Πάτρικ Μάρραιη. Δικαίως η Ε. ζητά αμοιβή για το κείμενο του Π. Μάρραιη αλλά αδίκως την ζητά από το ΚΝ αφού εγώ της πρότεινα την αμοιβή. Και την πρότεινα διότι το κείμενο του Μάρραιη αφενός δεν μπορεί να θεωρηθεί υλικό της Ο.Α. (δεν αποτέλεσε ποτέ αντικείμενο εισήγησης) και αφετέρου, όντας τέτοιο, περιόριζε τις πιθανότητες να αρνηθεί η Ε. να πάρει χρήματα που της πρότεινα. Ήθελα να της δώσω χρήματα και το κείμενο του Μάρραιη μου έδινε την ευκαιρία να της τα δώσω χωρίς να την προσβάλω. Τόσο απλό.
Και φτάνουμε στο σήμερα, όπου η Ε. ξαναστέλνει στους Γ. και Δ. κείμενα του Μαρξ που τα είχε στείλει προ πολλού, όμως αυτή τη φορά αφενός εμφανίζει ως συγγραφέα αυτών των κειμένων, και κατ’ επέκταση του βιβλίου «Αποτελέσματα…», τον Πάτρικ Μάρραιη (!;!;), αφετέρου ζητά χρήματα όχι από εμένα αλλά από το ΚΝ, και τρίτον, ζητά στην ουσία χρήματα για τη δακτυλογράφηση κειμένων του Μαρξ!! Κοντολογίς, εμφανίζει τον Μάρραιη ως συγγραφέα των κειμένων που (ξανα)έστειλε και ζητά χρήματα για όλα όσα της έδωσα μέχρι πρόσφατα να δακτυλογραφήσει!! Είναι προφανές ότι κάπου έχει μπερδευτεί η Ε. με τα κείμενα και ότι εγώ μπορώ εύκολα να (απο)δείξω ότι τα σταλθέντα εκ νέου κείμενα για τα οποία ζητά χρήματα είναι κείμενα του Μαρξ, για τα οποία κι η ίδια δέχεται ότι δεν έχουν σχέση με αμοιβή. Αν είναι απλό μπέρδεμα, εύκολα μπορεί η Ε. να ανακαλέσει τους ισχυρισμούς της περί οποιασδήποτε εμπλοκής του ΚΝ στην όλη αυτή ιστορία – ανακαλώντας έτσι και αποσυσχετίζοντας με το ΚΝ φράσεις της όπως:«βγάζω και δουλειά για αυτούς [εννοεί τΠτΓ και το ΚΝ]» και «ανιδιοτελώς». Αν πάλι δεν είναι μπέρδεμα, τι βλακώδης «μηχανορραφία» είναι αυτή εκ μέρους της: να εμφανίζει τον Μάρραιη ως συγγραφέα του βιβλίου του Μαρξ για να έχει έτσι «πάτημα» να ζητά χρήματα και για τη δακτυλογράφηση των κειμένων του Μαρξ!! Και γιατί εμπλέκει το ΚΝ στην όλη ιστορία; Για να το εμφανίσει αρνούμενο να πληρώσει ώστε να το εκθέσει; Ακατανόητοι οι ισχυρισμοί της. Μένω σ’ αυτήν την ήπια διατύπωση μέχρι να τους ανακαλέσει. Ειδάλλως θα αναζητήσω τα βαθύτερα κίνητρά της και τις στοχεύσεις της.
Η πρώτη μου σκέψη ήταν να καταθέσω τα χρήματα που ζητά η Ε. και μετά να διερευνήσω τι πληρώνω και προς τι όλα αυτά με το ΚΝ εκ μέρους της. Όμως σε δεύτερη σκέψη κατάλαβα ότι αυτό μπορεί κάποιος να το θεωρούσε άμεση ή έμμεση «παραδοχή», εκ μέρους μου, ότι «κάτι τρέχει και ίσως έχει δίκιο η Ε.». Έτσι, έστειλα μήνυμα στην Ε. ότι αναβάλω την κατάθεση των χρημάτων και κάθησα και έγραψα αυτό το κείμενο.
Π., 23/2/2019
Η ερμηνεία που δίνει η Ε. στην στάση του Γ. και του Δ. απέναντί της, στην φυσιολογική δηλαδή αντίδρασή τους απέναντι στην επιχείρηση αποκλεισμού της ομάδας μας και δηλητηρίασης των σχέσεών μας με την Ο.Α., είναι ότι πρόκειται περί «προσωπικών διαφορών». Και οι δύο, ωστόσο, μπορούν να αποδείξουν ότι τη χρονική στιγμή που η Ε. επιχείρησε τα παραπάνω με την αποστολή των συγκεκριμένων μέιλ, οι προσωπικές τους σχέσεις δεν ήταν σε χειρότερο επίπεδο από ό,τι έχουν υπάρξει κατά καιρούς, χωρίς αυτό να έχει φέρει ένα τέλος στην πολιτική τους συνεργασία. Η σύγχυση μεταξύ αυτών των δύο επιπέδων δεν είναι τυχαία για το συγκεκριμένο άτομο. Στην πραγματικότητα, η πολιτική διάσταση δεν υφίσταται καν και το προσωπικό κυριαρχεί στον τρόπο που συμπεριφέρεται και γράφει, παρότι δεν πρόκειται για σχέσεις που καλλιεργούνται σε παρεούλες και σε φιλικές συναναστροφές. Εδώ δεν κάνω καμιά χαρακτηρολογική ανάλυση. Το γεγονός ότι μέσα στο κείμενο της Ε. υπάρχουν ψευδοπολιτικά «επιχειρήματα» σερβιρισμένα με τη χρήση στρεψοδικιών και αναληθειών δεν είναι ούτε τυχαίο ούτε καθαρά χαρακτηρολογικό γνώρισμά της. Το φαινόμενο των ακολουθητών, των ατόμων που δεν έχουν και δεν αποκτούν καμιά αυτονομία εντός πολιτικών συλλογικοτήτων αλλά παθητικά ακολουθούν τις πρωτοβουλίες άλλων είναι ενδημικό στον «χώρο» και γνωστό από πολύ παλιά. Άτομα που δεν αναλαμβάνουν καμιά δημιουργική εργασία αλλά στην καλύτερη περίπτωση μόνο εκτελεστική (δακτυλογραφήσεις, πχ), που δεν εκφράζουν πολιτικές απόψεις, που δεν προωθούν την πολιτική δουλειά μιας συλλογικότητας και δεν προσπαθούν να αυτομορφωθούν –κάτι που αποτελεί για όλους–ες μας ζητούμενο αφού η γνώση των κοινωνικών πραγμάτων δεν είναι κάτι δεδομένο εκ των προτέρων– συνήθως εμφανίζονται ως κριτές και καταγγέλλοντες μόλις στο επίπεδο των προσωπικών σχέσεων, που αποτελεί το βασίλειό τους, παρουσιαστούν σύννεφα και εντάσεις ή όταν οι πρωτοβουλίες των πιο ενεργητικών ατόμων εμφανιστούν με μεγαλύτερη ένταση. Τότε όλη η συμπλεγματική ψυχοπαθολογία που προκαλείται από αυτήν την κατάσταση βγαίνει στο προσκήνιο από το παρασκήνιο των σχολίων και των κουτσομπολιών και εξαπολύεται ένα δριμύ κατηγορώ εναντίον των «εξουσιαστών», «ηγετών», «αρχηγών», «αρχηγίνων», δηλαδή όσων είχαν τον έλεγχο των δραστηριοτήτων τους, παρέμεναν συνεπείς στις κοινές δεσμεύσεις με το να είναι ενεργητικοί και να παίρνουν πρωτοβουλίες. Ακόμα πιο θλιβερό και κλισέ είναι το φαινόμενο αυτό στις έμφυλες διαστάσεις του, με τις γυναίκες ακολουθίστριες, όπου σχεδόν πάντα ο λόγος ύπαρξής τους σε μια ομάδα είναι ένας πρώην, ένας νυν, ένας επόμενος κ.ο.κ., πάντα ένας ετεροπροσδιορισμός σε σχέση με άντρες–εραστές με τους οποίους οι προσωπικές ρήξεις παίρνουν έναν ψευδο–πολιτικό χαρακτήρα. Όλα τα παραπάνω είχα την θλιβερή ευκαιρία να τα διαπιστώσω στη Συνέλευση Εργαζομένων Ανέργων όπου συνυπήρχαμε με την Ε. για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε να βγουν ασφαλή συμπεράσματα. Μέσα σε αυτό το διάστημα, το ότι η ίδια δεν είχε ποτέ προτείνει κάποια στρατηγική στη συλλογικότητα ούτε είχε συνεισφέρει δημιουργικά στις αναλύσεις της ούτε είχε ασχοληθεί με τη συγγραφή προκηρύξεων, κειμένων κλπ. (εκτός, ίσως, από ένα μικρό κομμάτι ενός υποκεφαλαίου που μετά ολοκληρώθηκε από άλλους), ποτέ δεν το παρουσίασε ως πρόβλημα προς συζήτηση. Αντίθετα, μόλις της ζητιόταν να συμμετέχει σε πάνελ εισηγητών, το έφερε βαρέως και αργότερα μας κατηγορούσε ότι το γεγονός αυτό της προκαλούσε… κρίσεις πανικού. Τις ίδιες αντιρρήσεις είχε προβάλλει σχετικά με τη διοργάνωση της εκδήλωσης με τον George, επαναλαμβάνοντας τις κατηγορίες περί πρόκλησης κρίσεων πανικού. Όταν από το τέλος του 2016 και τις αρχές του 2017 όλοι συζητούσαμε σχετικά με τη διοργάνωση της διεθνούς συνάντησης, από τις εισηγήσεις μέχρι τα πρακτικά ζητήματα, πάλι η Ε. δεν έθεσε κανένα ζήτημα ανισοκατανομής αρμοδιοτήτων και καθηκόντων, παρότι κάποιοι φέραμε πολύ μεγαλύτερο βάρος από όσο μας αναλογούσε και στη διάρκεια της ίδιας της διεθνούς συνάντησης η πολιτική της συμβολή ήταν μηδαμινή. Πότε όμως ξεκίνησε επίθεση εναντίον των ΠτΓ και της Υπόγειας Σήραγγας (δευτερευόντως) γιατί δήθεν την χρησιμοποιούσαμε ως «έκτακτο βοηθητικό προσωπικό» ενώ αυτή «δεν είχε καμία πραγματική συμμετοχή στη διοργάνωση», παρότι ποτέ δεν το είχε πει στις σχετικές συζητήσεις προετοιμασίας της συλλογικότητας; Μόνο αφού προκλήθηκε τριβή στην προσωπική της σχέση με τον Γ. και όλη η ένταση των αρνητικών συναισθημάτων της ντύθηκε με ψευδοπολιτικό μανδύα για να χρησιμοποιηθεί εναντίον πολιτικών συλλογικοτήτων! Δηλαδή, το μοτίβο παραμένει το ίδιο μέχρι σήμερα: η εκούσια παθητικότητα και η (συνακόλουθη) ανισότητα καλύπτονται μέσα σε μια παρεΐστικη διάθεση, αλλά στην πρώτη διαπροσωπική κόντρα ή έντονη πρωτοβουλιακή δραστηριότητα των άλλων ξεκινάει η καταγγελλιολογία με αστήριχτες αιτιάσεις, που ποτέ δεν ειπώνονται δημόσια και στην ώρα τους, διανθισμένες με κουτσομπολιά και φαρμακερά σχόλια. Για την ιστορία, οι κατηγορίες της Ε. περί «έκτακτου βοηθητικού προσωπικού» αποκρούστηκαν από μένα και σχεδόν όλα τα άλλα μέλη της Συνέλευσης και κατόπιν τούτου η Ε. αποχώρησε απ’ αυτήν τον Σεπτέμβρη του 2017.
Για να επιστρέψω στο κείμενο της Ε., μέσα στις χιλιάδες λέξεις του, αναγνωρίζω πλήρη ορθότητα μόνο σε 6 από αυτές, τουτέστιν το ότι το συγκεκριμένο άτομο είναι «η πλέον ασήμαντη κινηματικά εδώ μέσα». Θα συμπλήρωνα «και πολιτικά ασήμαντη», επειδή η ίδια το θέλησε να είναι έτσι. Αν και αυτή το χρησιμοποιεί ως δήθεν αντικίνητρο για τη στάση της απέναντι στα ΠτΓ, νομίζω ότι απέδειξα μέχρι τώρα ότι, αντιθέτως, η πολιτική ανυπαρξία σε κατάλληλο έδαφος προσωπικών διαφορών μπόρεσε να δημιουργήσει πολλές συμπλεγματικές και ανταγωνιστικές συμπεριφορές ικανές να πλήξουν πολιτικά εγχειρήματα.
Συνεπώς, από μεριάς μου, μια πολιτική συγνώμη από την Ε. (και τον Α., στον βαθμό που τη συνέδραμε) προς τα ΠτΓ δεν αρκεί. Θα πρέπει να συνοδεύεται κι από έναν ειλικρινή πολιτικό απολογισμό της μέχρι τώρα πολιτικής της παρουσίας (απουσίας) σε συλλογικά εγχειρήματα τα οποία, ανεξάρτητα από το τι αυτή νομίζει, δεν κλωθογυρίζουν γύρω από τις διαπροσωπικές σχέσεις των μελών τους.
Φεβρουάριος 2019, Κ. Μ.
Αναφορικά με μία ακόμα απόπειρα δολιοφθοράς του Α.Κ., δύο τραμπουκισμούς του σε σύντροφο και την ασυλία που νομίζει ότι απολαμβάνει μέσα στον α/α «χώρο»
Το παρακάτω κείμενο είχε διανεμηθεί σε όσους είχαν λάβει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, το συκοφαντικό για μας κείμενο του Α.Κ. («για να τελειώνει άλλη μια αθλιότητα…», Ιούνιος 2019) που υπέγραψε με το ονοματεπώνυμό του ή μας έχουν ρωτήσει τι στο διάολο έχει συμβεί με αυτόν τον τύπο
Η ιστορία που θα διηγηθούμε ξεκινάει το φθινόπωρο του 2017, όταν η ηγεσία του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας (ο υπουργός, οι σύμβουλοί του και λοιποί παρατρεχάμενοι) προσπαθούσαν να πείσουν την κοινή γνώμη ότι η πετρελαιοκηλίδα που δημιούργησε η εσκεμμένη βύθιση του «Αγία Ζώνη» δεν είχε προκαλέσει καμία οικολογική καταστροφή στον Σαρωνικό. Την ίδια εποχή μάθαμε από τον ίδιο τον Α.Κ. –ο οποίος τότε, όπως και εμείς, ήταν μέλος των ΠτΓ/Κόκκινο Νήμα, της Συνέλευσης Εργαζομένων-Ανέργων και της Ομάδας Αυτομόρφωσης για το Κεφάλαιο (Ο.Α.)– ότι το άτομο με το οποίο διατηρούσε (και διατηρεί) ερωτική σχέση ήταν η Ε.Κ., ανιψιά του τότε υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και ειδική σύμβουλός του στο υπουργείο. Με υπερηφάνεια μας πληροφόρησε επίσης ότι ήταν αυτή που δίπλα στο θείο και προϊστάμενό της είχε αντιπαρατεθεί με τον δικό της τρόπο με τον Μητσοτάκη στη βουλή κατά τη διάρκεια μιας διαμάχης όλων αυτών των πολιτικών λαμόγιων, η οποία αφορούσε τη συγκεκριμένη υπόθεση και έκανε την Ε.Κ. γνωστή στο πανελλήνιο τηλεοπτικό κοινό.
Στο τελικό στάδιο της αντιπαράθεσης που ξεκίνησε ανάμεσα σε μας και τον Α.Κ. μετά την άρνησή του να μας συνοδεύσει σε διαδήλωση στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας τον Οκτώβριο του 2017, η Ε.Κ. έστειλε μια επιστολή στα ΠτΓ/Κόκκινο Νήμα, με την οποία εγκαλούσε τη συλλογικότητά μας για το… θράσος της να αμφισβητήσει, με τις έγγραφες ερωτήσεις της στον Α.Κ., την ίδια, το υπουργείο και τις κυβερνητικές πολιτικές. Ο Α.Κ. έσπευσε να στηρίξει τα λεγόμενα της Ε.Κ. ενάντια στην ομάδα του, λέγοντάς μας όχι μόνο ότι δεν έγινε καμία οικολογική καταστροφή, όπως «ορθώς ισχυριζόταν» κατά τη γνώμη του η φίλη του, αλλά ότι κι αν ακόμα είχε συμβεί κάτι τέτοιο και αυτή το είχε όντως συγκαλύψει πολιτικά, αυτός σε κάθε περίπτωση θα την υπερασπιζόταν. Και για να μας το καταστήσει αυτό ακόμη πιο σαφές μας δήλωσε ότι «θα την υπερασπιζόταν κι αν ακόμα ήταν φύλακας στο Άουσβιτς την εποχή του ναζισμού»!
Η λογική αντίδρασή μας, όχι μόνο απέναντι στο περιφρονητικό προς τους επί χρόνια συντρόφους του ύφος, αλλά και απέναντι σε αυτήν καθαυτή την πολιτική του στάση και την εμπλοκή του με τους συριζάδες του υπουργείου –η Συνέλευση Εργαζομένων-Ανέργων σχεδίαζε μάλιστα τότε να εκδώσει κείμενο για αυτήν την υπόθεση– ανάγκασε τον Α.Κ. να προχωρήσει σε μια επιλογή: ή θα έμενε με τους παλιούς του συντρόφους, ή θα έπαιρνε το μέρος της εξουσίας. Διάλεξε το δεύτερο και έντυσε την επιλογή του με ένα γελοίο παραμύθι, το οποίο άρχισε να διαδίδει δεξιά και αριστερά, ότι του την πέσαμε για τις… ερωτικές του επιλογές!
Η αλήθεια, όμως, είναι ότι αποχώρησε με δική του πρωτοβουλία και από τις τρεις προαναφερόμενες συλλογικότητες, χωρίς μάλιστα να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει στις δύο από αυτές. Η τελευταία του κουβέντα, όταν αποχωρούσε από τα ΠτΓ ήταν η τηλεφωνική του παράκληση σε μία από εμάς να μην δημοσιοποιήσουμε την κατάπτυστη, αλλά ενδεικτική του ύφους της συριζάδικης εξουσίας, επιστολή της Ε.Κ. προς τα ΠτΓ/Κόκκινο Νήμα. Από όλη αυτή την θλιβερή, καταρχάς για τον ίδιο, ιστορία μόνο αυτό φαίνεται ότι τον ενδιέφερε…
Τότε, όλοι προσδοκούσαμε ότι η ενασχόλησή μας με τη θλιβερή αυτή κατάληξη της σχέσης μας θα τέλειωνε έτσι απλά, με την οριστική απομάκρυνση της μιας πλευράς από την άλλη (με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα εκπλήρωνε τις ανειλημμένες υποχρεώσεις του απέναντι στις ομάδες που συμμετείχε). Αμ δε! Έπρεπε να περάσουν αρκετοί μήνες για να διαπιστώσουμε με τον πιο επώδυνο τρόπο ότι αυτά τα γεγονότα που έλαβαν χώρα το Δεκέμβριο 2017-Ιανουάριο 2018 δεν ήταν το τέλος μιας σχέσης, αλλά η αρχή μιας πολιτικής επίθεσης που ο Α.Κ. είχε αποφασίσει να θέσει εκδικητικά σε εφαρμογή εναντίον των τριών συλλογικοτήτων, στις οποίες συμμετείχε, αρνούμενος να αποδεχτεί ότι μπορεί να υπάρχουν άνθρωποι μέσα στον α/α «χώρο» που τολμούν να του αμφισβητήσουν τη δυνατότητα να το παίζει ταυτόχρονα σε δύο ταμπλό: και στα συριζάδικα κυκλώματα και στον αντιεξουσιαστικό κομμουνισμό.
Ας σημειωθεί εδώ ότι το 2017 δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Α.Κ. στήριξε συριζάδες. Το 2012 είχε συνεργαστεί, δίχως φυσικά να μας έχει ενημερώσει, με την συριζάδικη ομάδα που διοργάνωσε στην γκαλερί Camp!, στην πλατεία Κοτζιά, την έκθεση για την ιστορία του αντιεξουσιαστικού «χώρου» και της αντικουλτούρας στην Ελλάδα. Ο Α.Κ. είχε οργανώσει μια συγκεκριμένη θεματική εκείνης της έκθεσης και διόλου τυχαία, στον πρόλογο του στον κατάλογο της έκθεσης, ο τότε συνεπιμελητής της έκθεσης και μετέπειτα Αναπληρωτής Υπουργός Πολιτισμού και στη συνέχεια Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Ξυδάκης του φύλαξε special αφιέρωση: «Ευχαριστώ παλαιούς και νεότερους φίλους … τον Α. Κ., όλους τους συμμετέχοντες». Η έκθεση σηματοδοτούσε την προσέγγιση ατόμων του αντιεξουσιαστικού «χώρου» με τον Σύριζα, η οποία βρισκόταν σε εξέλιξη εκείνη την εποχή. Ας σημειωθεί, για να γίνει ακόμη πιο αντιληπτό, πόσο αταίριαστη θα έπρεπε να θεωρείται η συμμετοχή μέλους των ΠτΓ στην εν λόγω έκθεση, ότι εκείνη την περίοδο είχαμε κυκλοφορήσει τεύχος του περιοδικού, στο οποίο (μεταξύ άλλων) αναλύαμε τις διαδικασίες κυριλοποίησης των κεντρικών συνοικιών της Αθήνας από τους χίπστερς, τους εναλλακτικούς και τις γκαλερί. Λόγω της σφοδρής αντίδρασής μας, όταν ανακαλύψαμε την συμμετοχή του, ο Α.Κ. τελικά δεν ανέβηκε στο πάνελ ομιλητών στο οποίο είχε καλεστεί και το οποίο είχε ανακοινωθεί. Από την άλλη μεριά όμως, δεν του ζητήσαμε να αποχωρήσει από την ομάδα μας, ως οφείλαμε να έχουμε πράξει, καθώς δράσαμε συναισθηματικά, βάζοντας πάνω από όλα τις μεταξύ μας μακροχρόνιες προσωπικές και πολιτικές σχέσεις, με αποτέλεσμα –πως έρχονται ορισμένες φορές τα πράγματα– να υφιστάμεθα σήμερα τις συνέπειες του τότε δισταγμού μας.
Για να επανέλθουμε στο σήμερα, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, κάποια στιγμή μέσα στο 2018 ο Α.Κ. συμμάχησε με δύο πρώην μέλη της Ομάδας Αυτομόρφωσης για το Κεφάλαιο (Ο.Α.), που είχαν τα δικά τους ταπεινά κίνητρα να στραφούν ενάντια στις τρεις συλλογικότητες και να χρησιμοποιήσουν από κοινού το παραμύθι ότι ο Α.Κ. δεχόταν… «προσωπική επίθεση» από μας. Οι δύο συνεργάτες του κατάφεραν να διαλύσουν τον Δεκέμβρη του 2018 την Ο.Α., η οποία είχε εσωτερικά προβλήματα, και μαζί τους ο Α.Κ. ξεκίνησε την άνοιξη του 2019 μια άθλια εκστρατεία συκοφάντησης και φθοράς των άλλων δύο συλλογικοτήτων στις οποίες υπήρξε μέλος – εκστρατεία η οποία ευτυχώς απέτυχε παταγωδώς.
Είναι σημαντικό να σημειώσουμε, ακόμη μια φορά, ότι αν και ο Α.Κ. και οι συνεργάτες του αποτελούν μία ομάδα που εξύφανε μεθοδικά τις επιθέσεις της εναντίον των συλλογικοτήτων των οποίων υπήρξαν μέλη, ο ίδιος εξακολουθεί να παρουσιάζει υποκριτικά εαυτόν σαν να βρίσκεται σε… αυτοάμυνα απέναντι σε «μαφιόζικες πρακτικές» (φωνάζει ο κλέφτης…), ποντάροντας τα λίγα φραγκοδίφραγκά του στην ευαισθησία που δείχνει ο α/α «χώρος» σε τέτοιες φήμες, όταν προέρχονται από ένα φαινομενικά μεμονωμένο άτομο. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια δική του καλοστημένη παράσταση, όπου ο θύτης παρουσιάζεται ως θύμα. Ή μάλλον πρόκειται για μια δική του μαφιόζικη εκστρατεία σπίλωσης πρώην συντρόφων του για να ξεπλύνει, όπως-όπως, τις δικές του ευθύνες και να εμποδίσει την πολιτική κριτική μας να αγγίξει την Ε.Κ. και τα συριζάδικα κυκλώματα.
Δεν θα σταθούμε στις λεπτομέρειες αυτής της εκστρατείας, ορισμένες από τις οποίες έχουν εκτεθεί αλλού. Θα πούμε μόνο ότι ο κατάλογος με τις απίστευτες αθλιότητες που ο Α.Κ. και η συμμορία του διέπραξαν μόνο την περίοδο του Απριλίου-Μαΐου 2019 μοιάζει ατελείωτος:
-
κατασκευασμένες κατηγορίες εναντίον 6 συντρόφων, εντός και εκτός Ο.Α., για «εξουσιαστική συμπεριφορά» (η γνωστή κατηγορία-καραμέλα που χρησιμοποιεί εναντίον των πολιτικών του αντιπάλων ο κάθε μεταμοντέρνος παρτάκιας, όποτε κριτικάρονται οι ατομικιστικές επιλογές και η ανευθυνότητά του). Αυτές οι κατηγορίες ειπώθηκαν με επισκέψεις σε κινηματικούς χώρους και μέσω κειμένου που στελνόταν με e-mail, χωρίς οι κατηγορούμενοι να γνωρίζουν τίποτα για αυτό
-
απόπειρα σαμποταρίσματος των σχέσεων της Συνέλευσης Εργαζομένων-Ανέργων με το ΣΣΜ λίγες ημέρες πριν από κοινή εκδήλωσή τους! Συγκεκριμένα, ο Α.Κ. τηλεφώνησε σε μία γνωστή του, μέλος του ΣΣΜ, την οποία γνώριζε προσωπικά, και αφού ρώτησε εάν όντως το ΣΣΜ θα συμμετάσχει στην εν λόγω εκδήλωση, που επρόκειτο να λάβει χώρα στις 9 Μαΐου 2019 –ερώτηση στην οποία έλαβε καταφατική απάντηση–, προφασιζόμενος την ιδιότητα του πρώην μέλους της Συνέλευσης Εργαζομένων-Ανέργων ζήτησε από το μέλος του ΣΣΜ να προωθήσει στα υπόλοιπα μέλη του σωματείου το προαναφερόμενο κείμενο που λίγες ημέρες πιο πριν είχε ο ίδιος, μαζί με τους συνεργάτες του, διακινήσει σε κινηματικούς χώρους. Αυτή η καραμπινάτη απόπειρα σαμποταρίσματος της εκδήλωσης της Συνέλευσης Εργαζομένων-Ανέργων με το ΣΣΜ ναυάγησε μόνο και μόνο επειδή το μέλος του ΣΣΜ, στο οποίο απευθύνθηκε δρώντας δολίως στο παρασκήνιο, του είπε ότι το email επικοινωνίας του σωματείου είναι δημοσίως γνωστό και όποιος θέλει μπορεί να το χρησιμοποιήσει για να επικοινωνήσει άμεσα μαζί του. Το μέλος του ΣΣΜ επικοινώνησε άμεσα με μέλος της Συνέλευσης Εργαζομένων-Ανέργων και τον ενημέρωσε σχετικά με το συμβάν, ενώ δύο ημέρες πιο μετά επανεπιβεβαίωσε τα γεγονότα σε νέα τηλεφωνική επικοινωνία με έτερο μέλος της Συνέλευσης Εργαζομένων-Ανέργων. Ας σημειωθεί ότι το ακριβές περιεχόμενο του συκοφαντικού κειμένου που με αυτό τον ύπουλο τρόπο επιχείρησε να διακινήσει ο Α.Κ. και το οποίο αφορούσε όχι μόνο την Συνέλευση Εργαζομένων-Ανέργων αλλά κι εμάς, εμείς το αγνοούσαμε μέχρι τις 18 Μαΐου, δηλαδή μέχρι να μας το δώσουν σύντροφοι που το είχαν λάβει. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι η απόπειρα δηλητηρίασης των σχέσεων της Συνέλευσης Εργαζομένων-Ανέργων με το ΣΣΜ απέτυχε προσωρινά, σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί αυτή καθαυτή την απόπειρα.
Ένα μήνα πιο μετά από τα παραπάνω γεγονότα, τον Ιούνιο του 2019, ορισμένα πρώην μέλη της Ο.Α. (αυτοί που είχαν δουλέψει πιο σκληρά για την επιτυχία της στη διάρκεια των επτά χρόνων λειτουργίας της) σε συνεργασία με άλλους συντρόφους και συντρόφισσες κατάφεραν να ξεπεράσουν το σοκ της ανήθικης επίθεσης που δέχτηκαν από τον Α.Κ. και την παρέα του και έβαλαν μπροστά τη δημοσιοποίηση της δουλειάς της εν λόγω ομάδας.
Βλέποντας τα σχέδια του ίδιου και των συνεργατών του, για τη διάλυση και των τριών συλλογικοτήτων, να καταρρέουν, ο Α.Κ., αναβάθμισε το τελευταίο τρίμηνο τη συκοφαντική του εκστρατεία με διαρκή συκοφαντικά για εμάς τηλεφωνήματα σε γνωστούς μας και νέο (ενυπόγραφο αυτή τη φορά) κείμενο που διένειμε σε ένα πλήθος συντρόφων του α/α «χώρου», πχ. κατά τη διάρκεια του Θερινού Βιβλιοστάσιου. Σε αυτό το νέο ενυπόγραφο κείμενό του απαντάμε εδώ. Είναι τέτοιο μάλιστα το θράσος, που με τον καιρό έχει αποκτήσει παρερμηνεύοντας τη δική μας ήπια στάση, ώστε ξεπέρασε κάθε όριο δεοντολογίας, αναρτώντας το στη σελίδα της Ο.Α. στο fb, μιας ομάδας που εγκατέλειψε με απαξιωτικά συνοπτικό τρόπο πριν από σχεδόν δύο χρόνια. Αλλά, και πάλι, δεν έμεινε σε αυτό…
Πρόσφατα ενημερωθήκαμε από δύο βιβλιοπωλεία του κέντρου ότι προσπάθησε να τοποθετήσει αυτό το νέο συκοφαντικό του κείμενο μέσα (!) στις μπροσούρες της εκδήλωσης με τον Τζώρτζ Καφέντζις που συνεκδόσαμε, ως μέλη της Πρωτοβουλίας Συντροφισσών/Συντρόφων, τον Ιούλιο – πρόκειται για το πρώτο τεύχος του υπό δημοσίευση υλικού της Ο.Α. το οποίο διανέμεται με ελεύθερο αντίτιμο τόσο εκεί όσο και σε ορισμένους κινηματικούς χώρους, στην Αθήνα και αλλού. Το ρυπαρογράφημα που σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως π.χ. στα τεύχη που είχαμε αφήσει σε ένα cafe και σε δύο άλλα βιβλιοπωλεία, κατάφερε να βάλει μέσα στην μπροσούρα μας ήταν σελιδοποιημένο και τυπωμένο έτσι ώστε να μην διακρίνεται εύκολα παρά μόνον αν την ξεφύλλιζε κανείς.
Όσον αφορά το περιεχόμενο του εμετικού κατασκευάσματος που έχωσε στην μπροσούρα μας τώρα: Πρόκειται για ένα κείμενο στο οποίο ο Α. Κ. πρώτον, υποκρίνεται τη μοναχική αθώα περιστερά που δεν συνεργάζεται με κανέναν και δεν έχει κάνει πρώτος καμία επίθεση εναντίον μας και δεύτερον, ισχυρίζεται ότι εμείς είμαστε κάποιοι εξουσιαστές και εκμεταλλευτές που αφενός «καταπιάνονται με την προσωπική του ζωή» και αφετέρου τον συκοφαντούν όπου βρουν επειδή δεν τους έκανε, αλλοίμονο, τη «λάντζα» που θέλανε.
Για να καταφέρει να κατασκευάσει αυτή την εικόνα του «καλού και αδικημένου παιδιού», αποσιωπά, τι σύμπτωση!, εντέχνως:
-
τα σημεία στα οποία είχε διαφωνήσει μαζί μας τον Δεκέμβρη του 2017- Ιανουάριο 2018 και το γεγονός ότι εξαιτίας αυτής της πολιτικής διαφωνίας, η οποία δεν είχε φυσικά καμία σχέση με την «προσωπική του ζωή» όπως δολίως ισχυρίζεται, αποχώρησε οικειοθελώς από τις τρεις συλλογικότητες στις οποίες συμμετείχε
-
το συκοφαντικό κείμενο εναντίον 6 συντρόφων εντός και εκτός Ο.Α. που διένειμε ύπουλα σε άτομα και κινηματικούς χώρους τον Απρίλιο/Μάιο 2019 και είχε προσπαθήσει, όπως προείπαμε, μέσω ενός μέλους του ΣΣΜ να προωθήσει στο σωματείο λίγες ημέρες πριν την κοινή εκδήλωσή του με τη Συνέλευση Εργαζόμενων-Ανέργων
-
το γεγονός ότι κανένας δεν του ζήτησε να «συνεχίσει να συνεργάζεται πολιτικά» με τις τρεις συλλογικότητες από τη στιγμή που αποχώρησε απ’ αυτές, αλλά να κάνει το αυτονόητο, να εκπληρώσει δηλαδή τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει απέναντί τους (π.χ. ομαλή μετάβαση της διαχείρισης του blog της Ο.Α. σε άλλα μέλη αυτής της συλλογικότητας, μιας και ήταν ο μόνος που ήξερε να το διαχειρίζεται –αυτό το λογικό αίτημα προέκυψε ως απόρροια του γεγονότος ότι αρχικά είχε δηλώσει ανεύθυνα ότι το παρατάει στέλνοντας με email μόνο τους κωδικούς(!)– κατάθεση των εισηγήσεων που χρώσταγε σ’ αυτή τη συλλογικότητα –δεν τις έδωσε ποτέ– κατάθεση των μεταφράσεων που είχε δεσμευτεί να κάνει για το Κόκκινο Νήμα όσο ήταν ακόμα μέλος του, και το οποίο τότε έγραψε στα παλιά του τα παπούτσια με τον πλέον επαίσχυντο πολιτικά τρόπο, κλπ. κλπ.)
Καθίσταται προφανές, από όλα όσα έχουμε πει μέχρι τώρα, ότι το ρυπαρογράφημα που προσπάθησε (και εν μέρει κατάφερε) να βάλει μέσα στην μπροσούρα του Καφέντζις δεν έχει καμία σχέση με το πολιτικό περιεχόμενο της εν λόγω μπροσούρας – πολιτικό περιεχόμενο που είχε σταματήσει ήδη πριν από την αποχώρησή του να τον ενδιαφέρει, προτιμώντας να προωθεί τις προσωπικές του σχέσεις μέσα στον «χώρο», στην πλάτη της πολιτικής δουλειάς που έβγαζαν οι πρώην συντροφοί του. Η μπροσούρα του Καφέντζις που συνεκδόσαμε ΔΕΝ αναφέρεται ούτε κατ’ ελάχιστον στην πολιτική κόντρα που έχουμε μαζί του – και δεν υπήρχε φυσικά κανένας λόγος να αναφέρεται σ’ αυτήν. Αλλά το προϊόν των κόπων των άλλων του φάνηκε ως ένα πρώτης τάξεως μέσο για ανέξοδη και άκοπη προπαγάνδα. Και όλα αυτά ενώ ακόμη χρωστάει τις παλιές εισηγήσεις του στην Ο.Α. – προφανώς για να γράψει συκοφαντικά κείμενα εις βάρος των πρώην συντρόφων του και να τα χώσει ένα-ένα σε άσχετες μπροσούρες διαθέτει άπλετο χρόνο, για να κάτσει να γράψει έστω μία εισήγηση από αυτές που δεν έφερε ποτέ, συνεισφέροντας με αυτόν τον τρόπο στην κινηματική δουλειά της Ο.Α., όχι… Έστω, με αυτόν τον τρόπο, πάντως, κατόρθωσε ο Α.Κ. να γράψει το όνομά του στην ιστορία, καθώς πρόκειται για την πρώτη τέτοια περίπτωση δολιοφθοράς μιας εγχώριας κινηματικής έκδοσης!
Η δεύτερη αθλιότητα του Α.Κ. στην οποία θέλουμε να αναφερθούμε αφορά στη διπλή επίθεση που έκανε προ ολίγων ημερών στον σύντροφο και συνεκδότη μας Δ. Χ.: τη μία φορά εμποδίζοντάς τον με το σώμα του να προχωρήσει στον δρόμο –επαναλαμβάνοντας μάλιστα ταυτόχρονα με αλαλαγμούς και φωνασκίες τις ρουφιανές του μες στην μέση του δρόμου, επιβεβαιώνοντας το ρητό «μια φορά ρουφιάνος για πάντα ρουφιάνος»– και τη δεύτερη μπαίνοντας σε γνωστό φωτοτυπάδικο του κέντρου και φτύνοντάς τον εν ψυχρώ στο πρόσωπο!
Στο ρυπαρογράφημα που έμπασε στην μπροσούρα μας ζητούσε να μας αντιμετωπίσει σε «ανοιχτή συζήτηση την ομαλή διεξαγωγή της οποίας θα εγγυηθούν άτομα κοινής αποδοχής». Σήμερα καταλαβαίνουμε σε τι ευελπιστούσε αυτή η απαίτησή του: σε μια ευκαιρία για να φτύνει ομαλά και ανεμπόδιστα υπό το βλέμμα «αδέκαστων κριτών» που θα του έδειχναν «κατανόηση» – μια ευκαιρία που δεν του την έδωσε φυσικά κανένας και γι’ αυτό αποφάσισε να προχωρήσει σε βίαιες ενέργειες όποτε του την κάτσει, πιστεύοντας ότι δεν θα έχει κανένα αντίποινο και ότι εμείς θα υποχωρήσουμε… Και πιστεύει ότι δεν θα έχει κανένα αντίποινο γιατί του είναι γνωστό ότι είμαστε εναντίον της χρήσης βίας μεταξύ συντρόφων, ακόμη και μεταξύ πρώην συντρόφων, από τη στάση μας στη θεσσαλονικιώτικη ενδοχωρική διαμάχη του 2012. Η αλήθεια όμως είναι ότι άγγελοι σ’ αυτόν τον κόσμο δεν υπάρχουν και κανένας δεν θα κάτσει ποτέ να τον φτύνουν δημόσια ή να τραμπουκιστεί αδιαμαρτύρητα.
Που καταλήγουμε από πρακτική άποψη λοιπόν;
-
Καλούμε τους διαχειριστές των χώρων στους οποίους διανέμεται η ελεύθερου αντιτίμου μπροσούρα που συνεκδόσαμε να εμποδίσουν οποιαδήποτε άλλη παρόμοια δολιοφθορά επιχειρήσει αυτό το ανεύθυνο και εγωιστικό άτομο στο μέλλον και να μας ενημερώσουν άμεσα
-
Όσοι σύντροφοι έλαβαν το ρυπαρογράφημά του και επιθυμούν να δουν αυτήν την ιστορία να λήγει (έχουμε βαρεθεί να μας λένε «βρείτε τα» με έναν τραμπούκο) ας του συστήσουν αυτό που θα του συνέστηνε και η αστική δικαιοσύνη αν η υπόθεση ερχόταν στην αρμοδιότητά της: την πλήρη του απομάκρυνση από εμάς.
Όσον αφορά τη μελλοντική πολιτική μας στάση, ας είναι σίγουρος τόσο ο Κ. όσο και τα πάσης φύσεως συριζάδικα κυκλώματα ότι η κριτική μας στην αριστερά του κεφαλαίου, στις πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης που εφάρμοσε και την αφομοίωση του αφομοιώσιμου κομματιού του αντιμνημονιακού κινήματος (που όπως αποδείχθηκε ήταν μεγάλο και το οποίο με τις πράξεις του ο Α.Κ. συνεχίζει να υπερασπίζεται) δεν πρόκειται να σταματήσει και, μάλιστα, εν όψει των νέων εργατικών κινητοποιήσεων, στις οποίες οι συριζάδες θα ξανασκάσουν μύτη ως «αντιστασιακοί», θα ενταθεί.
Και φυσικά στο μέτρο που θα το επιτρέπουν οι δυνατότητές μας, τόσο οι αποκλειστικά δικές μας εκδόσεις, όσο και η συνέκδοση και διακίνηση του υλικού της Ο.Α. θα προχωρήσει, όποια δολιοφθορά κι αν επιχειρήσουν.
Τα Παιδιά της Γαλαρίας/Κόκκινο Νήμα
Οκτώβριος 2019
Μερικές διευκρινίσεις σχετικά με την υπονομευτική στάση του Α.Κ.
ΓΙΑ ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΙΣ ΑΘΛΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ Α.Κ.
Στις αρχές Μαΐου του 2019 η Συνέλευση Εργαζομένων και Ανέργων από την πλατεία Συντάγματος οργάνωσε ένα διήμερο συζητήσεων (Προλετάριοι/ες όλων των ταυτοτήτων ενωθείτε και…αυτοκαταργηθείτε) από κοινού με τη συλλογικότητα Angry Workers of the World, όπου είχαν καλεστεί και συμμετείχαν το Σωματείο Σερβιτόρων Μαγείρων(ΣΣΜ) και η ΕΣΕ–Αθήνας.
Δύο μέρες πριν την προγραμματισμένη εκδήλωση με τους Angry Workers ο Α. Κ., πρώην μέλος της συνέλευσής μας –είχε αποχωρήσει οικειοθελώς πριν από ενάμιση χρόνο λόγω πολιτικών διαφωνιών (βλ. παρακάτω)– τηλεφωνεί σε μέλος του ΣΣΜ και τη ρωτάει αν έχουν αποφασίσει να συμμετάσχουν στην εκδήλωση. Η συντρόφισσα τού απαντά «φυσικά και ναι», και τότε αυτός επικαλούμενος την ιδιότητα του πρώην μέλους τής ζητά να προωθήσει αυτή στο μέηλ του ΣΣΜ κείμενο που θα της στείλει και μας αφορά. Αυτή επειδή της ζητά να συμμετέχει στην παράκαμψη της τυπικής διαδικασίας, αντιλαμβάνεται πως κάτι της κρύβει και του λέει να το στείλει μόνος του, πράγμα που ο ίδιος δίστασε τελικά να κάνει.
Το κείμενο αυτό για το οποίο προσπάθησε να βρει έναν μεσολαβητή είναι χωρίς αμφιβολία το συκοφαντικό κείμενο που ο ίδιος διακινούσε ήδη σε στέκια που επισκεπτόταν μαζί με άλλους 3 συνεργάτες του –και μέσω μέιλ σε άτομα– το αμέσως προηγούμενο διάστημα (π.χ. λίγες μόλις μέρες πριν την εκδήλωση, στις 4 Μάη, είχε δώσει αυτό το κείμενο στη διαχειριστική συνέλευση του Περάσματος).
Το κείμενο κουτσομπολεύει την εσωτερική πολιτική ζωή τριών συλλογικοτήτων του α/α χώρου και υβρίζει 7 ανθρώπους, τους οποίους λασπολογεί με απίστευτες πολιτικές κατηγορίες. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς είναι μέλη της συνέλευσής μας.
Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που στράφηκε εναντίον της συνέλευσης Εργαζομένων και Ανέργων το συγκεκριμένο άτομο και η κομπανία που τον τριγυρίζει. Εκτός των άλλων προσπάθησαν επανειλημμένα να επηρεάσουν τη διαχειριστική συνέλευση του χώρου που μας φιλοξενεί ώστε να μας εκδιώξει από τον χώρο, ενώ ένας από τους συνεργάτες του απείλησε ότι θα έρθει ο ίδιος την ώρα που λάμβανε χώρα η πολιτική εκδήλωση της συνέλευσής μας –την οποία προσπάθησε να σαμποτάρει και ο Α. Κ.–(«θα έρθουμε κι εμείς από εκεί να δούμε τι θα γίνει…») για να την διαλύσει.
Όλα αυτά η συνέλευσή μας έχει πει ανοιχτά και δημόσια πόσο αντικινηματικά και επιβλαβή τα θεωρεί κι έχει καταγγείλει τις ποταπές ενέργειες τού Α. Κ. και των συνεργατών του.
Κάτι που δεν ανέχτηκε το εν λόγω άτομο και για αυτό έσπευσε να θολώσει τα νερά με νέο παραπλανητικό συκοφαντικό κείμενο το οποίο αυτή τη φορά δεν είχε κανένα πρόβλημα να αποστείλει στις συλλογικότητες με τις οποίες συνεργαστήκαμε στην εν λόγω εκδήλωση, αλλά και να το παραχώνει (!) ύπουλα μέσα σε πολιτική έκδοση του υλικού της διαλυμένης πια Ο.Α. πηγαίνοντας στους χώρους που διακινείται, την οποία πραγματοποίησαν πρωτοβουλιακά σύντροφοι από τη συνέλευσή μας. Και δεν είχε κανένα πρόβλημα γιατί με την άρνηση της συντρόφισσας να λειτουργήσει ως συνεργάτρια στη συκοφαντική εκστρατεία του Α.Κ. και της παρέας τουμπλοκαρίστηκε το προηγούμενο άθλιο κείμενο αυτού και των συνεργατών του, οπότε στα μάτια ανθρώπων που δεν γνωρίζουν τι έχει γίνει μπορούσε άνετα πια να εμφανιστεί αυτός ως θύμα κι εμείς ως εφευρέτες φανταστικών γεγονότων που αποσκοπούν δήθεν να πλήξουν αυτόν τον πλασιέ συκοφαντιών, επειδή έχουν πρόβλημα με την… προσωπική του ζωή!
Προς αποκατάσταση της αλήθειας θα ανατρέξουμε στον Ιανουάριο του 2018 τότε που ο Α.Κ. εμφανίστηκε στη συνέλευση Εργαζομένων–Ανέργων της πλ. Συντάγματος και ανακοίνωσε την απόφασή του να αποδεσμευτεί από τη σχέση του με εμάς. Ο λόγος που προέβαλλε ήταν ότι διατηρούσε από μήνες δεσμό με την ανιψιά του τότε υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ και ειδική σύμβουλό του στο υπουργείο. Δεν ήθελε, μας δήλωσε, να εκθέσει τη Συνέλευση στον α/α χώρο λόγω της προσωπικής του επιλογής. Έδειξε, λοιπόν, με την κίνησή του αυτή ότι ο ίδιος αντιλαμβανόταν ότι υπήρχε –αν μη τι άλλο– μια αντίφαση ανάμεσα στην πολιτική του δράση και τις επιλογές της προσωπικής του ζωής. Στον διάλογο που ακολούθησε απέφυγε να τοποθετηθεί ως προς το αν προσφέρει πολιτική στήριξη στη σύντροφό του σε σχέση με τις πολιτικές της λιτότητας του κυβερνώντος κόμματος με ειρωνείες (Ναι έχω γίνει συριζέος τώρα μωρέ…), μισόλογα ή και χωρίς να απαντά καν σε όσα λέγαμε. Του υπενθυμίσαμε ότι το προηγούμενο διάστημα είχαμε εκδώσει δύο μπροσούρες όπου είχαμε αποτυπώσει την κριτική μας για τον ασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου και την εργασιακή αναδιάρθρωση στην οποία είχε προχωρήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ και του ζητήσαμε να μας διευκρινίσει τι θέση παίρνει απέναντι στη σύντροφό του σε σχέση με αυτά τα ζητήματα, κάτι που δεν έκανε ποτέ. Ο Α. Κ. που σήμερα έχει το θράσος να διασύρει την συνέλευσή μας, να τραμπουκίζει συντρόφους μας και να προβαίνει σε δολιοφθορά πολιτικής έκδοσης τότε μας είχε ηχηρά απαξιώσει! Αυτό είναι το άτομο που εμφανίζεται σήμερα και ψεύδεται ασύστολα ότι πιάνουμε την προσωπική του ζωή στο στόμα μας!
Και για να τελειώνουμε: οι ενέργειες αυτές του Α.Κ., η απόπειρα σαμποταρίσματος πολιτικής εκδήλωσης, η θρασεία άρνηση των πραγματικών γεγονότων σε συνδυασμό με την πλέον αλαζονική αντιστροφή της πραγματικότητας και τέλος η δολιοφθορά εις βάρος πολιτικής κινηματικής έκδοσης (αν και δεν είναι οι μόνες, είναι πάντως οι πιο ουσιαστικές πολιτικά από μια σειρά που διαπράττει το εν λόγω άτομο στον κατήφορο που έχει πάρει) είναι ηθικά απαράδεκτες και θέλουμε να πιστεύουμε ότι τυγχάνουν της αποδοκιμασίας όλων μας.
Καλούμε το κίνημα και τους συναγωνιστές/στριες να μείνουμε σταθεροί στην πλήρη περιθωριοποίηση τέτοιου είδους ενεργειών που κινούνται από προσωπική εμπάθεια και προέρχονται από κινηματικά ανενεργά άτομα.
Διαμηνύουμε, τέλος στον ίδιο που τόλμησε να τραμπουκίσει, και μάλιστα δις, μέλος της συνέλευσής μας ότι από τη στιγμή που στράφηκε ενάντια σε κάποιο μέλος μας θα έχει να κάνει με όλους μας! Η συμβουλή που έχουμε να του δώσουμε είναι να μείνει μακριά μας και να μην ξαναπιάσει στο βρώμικο στόμα του τη συνέλευσή μας, γιατί το ότι είμαστε εναντίον της χρήσης βίας μεταξύ συντρόφων, ακόμη και μεταξύ πρώην συντρόφων, δεν σημαίνει ότι θα ανεχτούμε αδιαμαρτύρητα τους τραμπουκισμούς και τις συκοφαντίες του και δε θα είμαστε πια τόσο αβροί και επιεικείς μαζί του, όπως μας θυμάται από εκείνη τη συνέλευση στις αρχές του 2018, όταν μας ανακοίνωσε ότι δήθεν «φεύγει, για να μας προστατεύσει».
Συνέλευση Εργαζομένων και Ανέργων από την πλ. Συντάγματος
Δεκέμβριος 2019
Αναρτήθηκε από: Τα παιδιά της γαλαρίας | 18 Ιουλίου 2021
Ενημέρωση από την Ελλάδα
Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε στα αγγλικά στις 21-22 Μάρτη προς ενημέρωση συντρόφων του εξωτερικού. Περιλαμβάνει γεγονότα που είναι πασίγνωστα στους ντόπιους αναγνώστες. Θα μπορούσε, ωστόσο, να χρησιμεύσει ως ημερολόγιο καταστρώματος, γι’ αυτό και η δημοσίευση της μεταγραφής του στα ελληνικά, με την προσθήκη σημειώσεων για τους μήνες Απρίλιο και Μάιο.
Μπορεί στην Ελλάδα το «καθεστώς εξαίρεσης» να μην είναι ένα ασυνήθιστο φαινόμενο, ωστόσο παρά το γεγονός ότι βρισκόμαστε –ήδη από την εποχή που ξέσπασε η λεγόμενη «κρίση χρέους» το 2009– σε ένα παρατεταμένο καθεστώς έκτακτης ανάγκης, με βασική αιχμή την εφαρμογή πολιτικών ακραίας λιτότητας και καταστολής, η πρόσφατη βιοπολιτική διαχείριση της πανδημίας του SARS-CoV-2 από την κυβέρνηση φαίνεται να βαθαίνει περαιτέρω τις διαδικασίες υποτίμησης και πειθάρχησης του προλεταριάτου.
…….
22/3/2020,
Συνέλευση Εργαζομένων και Ανέργων από την πλατεία Συντάγματος
Τα Παιδιά της Γαλαρίας
Το κείμενο σε pdf
REPORT FROM GREECE ON THE CORONA-VIRUS DYSTOPIAN REALITY
Αναρτήθηκε από: Τα παιδιά της γαλαρίας | 20 Μαΐου 2020

Σήμερα το πρωί, 18/5, με τη λήξη της καραντίνας στην Ιταλία, η αστυνομία εισέβαλλε στα σπίτια 13 ατόμων που σχετίζονται με την πολιτική συλλογικότητα PADRONE DI MERDA (Σκατο-Αφεντικά) -χωρίς να είναι όλα μέλη της- και τα οδήγησε στο δικαστήριο. Σύμφωνα με νόμο που προέρχεται από την περίοδο της φασιστικής διακυβέρνησης, 5 από αυτά διατάχθηκαν να εγκαταλείψουν την Μπολόνια εντός 24 ωρών (για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα) και σε ένα επιβλήθηκε απαγόρευση προσέγγισης του πρώην αφεντικού του και του πρώην χώρου εργασίας του.
Η δικαστική αυτή εντολή αποτελεί «προληπτικό μέτρο», επαφίεται για την έκδοσή της στην διακριτική ευχέρεια του δικαστή και είναι άμεσα εκτελεστή χωρίς δίκη. Η κατηγορία αφορά «άσκηση βίας» και «παρενόχληση» των αφεντικών στον χώρο εργασίας στη διάρκεια διαμαρτυριών για απλήρωτους μισθούς!
Είναι σαφές ότι η διαχείριση της πανδημίας από το καπιταλιστικό κράτος, τόσο στη διάρκεια της καραντίνας όσο και μετά, είναι πολύ πιο επικίνδυνη από την ίδια την πανδημία. Όπως λένε και οι σύντροφοι PADRONE DI MERDA στην ανακοίνωσή τους, «Την ημέρα του νέου ανοίγματος πολλών επιχειρήσεων μετά από μήνες καραντίνας, η λέξη-κλειδί είναι η «οικονομική ανάκαμψη», αλλά το μήνυμα είναι σαφές: αυτή η ανάκαμψη αφορά μόνο τα αφεντικά. Κανείς δεν νοιάζεται για νέους, επισφαλείς και εκμεταλλευόμενους εργαζόμενους, οι οποίοι πολύ συχνά δεν έχουν δεχτεί δεκάρα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.»
Η συλλογικότητα PADRONE DI MERDA αποτελείται από επισφαλείς εργαζόμενους που έχουν βάλει στο στόχαστρό τους αφεντικά και ιδιοκτήτες σπιτιών καταγγέλλοντας συνθήκες εκμετάλλευσης και κάθε είδους παρενόχληση. Σύμφωνα με τη συνήθη τακτική τους, πηγαίνουν στο χώρο εργασίας/κατοικίας του κάθε φορά καταγγελλόμενου (από τους ίδιους ή άλλους) Σκατο-Αφεντικού και φροντίζουν με τρικάκια, πανώ, ντουντούκα κλπ. να τους ξεμπροστιάσουν. Δεν έχουν καμιά συνδικαλιστική κάλυψη, γι’ αυτό και φοράνε μάσκες στη διάρκεια των δράσεών τους – πέρα από το γεγονός ότι η χρήση της μάσκας γι’ αυτούς συμβολίζει τη μη προσωπική διάσταση της εκάστοτε ενέργειας.
Στον παρακάτω σύνδεσμο θα βρείτε το κείμενο καταγγελίας της συλλογικότητας στα αγγλικά και ιταλικά καθώς και τη δυνατότητα οικονομικής ενίσχυσης για τα δικαστικά έξοδα.
https://www.ilpadronedimerda.it/
Αναρτήθηκε από: Τα παιδιά της γαλαρίας | 19 Μαΐου 2020
Τεύχος 18: Αφιερωμένο στους «κριτικούς» συνοδοιπόρους της εξουσίας (της κάθε εξουσίας)

Περιεχόμενα
- Προλογικό Σημείωμα
- Το καπιταλιστικό κράτος-κρίση και η συνεχιζόμενη επίθεσή του στην εργατική τάξη σε όλο το φάσμα της κοινωνικής αναπαραγωγής
- Αντί εισαγωγής
- Οι βασικές και αντιφατικές λειτουργίες του καπιταλιστικού κράτους
- Από την «κρίση χρέους» στο «κράτος-κρίση»: Δημοσιονομικός έλεγχος και «αποικίες χρέους» εντός της ΕΕ
- Το δημοκρατικό κράτος έκτακτης ανάγκης
- Απαξίωση κεφαλαίου και κρίση των βασικών λειτουργιών του κράτους
- Περί των μοντέλων κοινωνικής πρόνοιας
- Η επίθεση στο οικογενειοκρατικό μοντέλο προνοιακής πολιτικής στην Ελλάδα ως η άλλη όψη του νομίσματος της επίθεσης στον μισθό
- Μεθοδολογική εισαγωγή για τα κοινωνικά κινήματα
- Το «αντιμνημονιακό κίνημα» και ο ρόλος της αριστεράς του κεφαλαίου μέσα σ’ αυτό
- Ο ρόλος της αριστεράς του κεφαλαίου στην κατάληψη της πλατείας Συντάγματος
- Ο ρόλος της αριστεράς του κεφαλαίου στις «λαϊκές συνελεύσεις»
- Η πολιτική της αφομοίωσης
- Προς μια θεωρία των κοινωνικών αναγκών και της οργάνωσης του προλεταριάτου
- Αστική και προλεταριακή δημόσια σφαίρα
To τεύχος σε pdf
Αναρτήθηκε από: Τα παιδιά της γαλαρίας | 8 Απριλίου 2020
While in Greece “states of exception” have not been uncommon –on the contrary, more or less we have been in an extraordinary, emergency regime of extreme austerity and repression due to the “debt crisis” since 2010– the recent biopolitical management of the SARS-CoV-2 pandemic by the government seems to be increasingly authoritarian.
Initially, in late February and early March, when the first cases of infected people were reported –ironically, most of them were pilgrims returning from Israel and Jerusalem bringing not only Holy Grace back home– the only measures taken were the cancellation of carnival events and the closures of schools, universities, theatres and cinemas in some affected regions where most cases were detected. As more were to follow, all educational institutions closed down for 14 days on March 11th, then followed cafes, bars, malls, restaurants, gyms, museums, archaeological sites, excluding supermarkets, pharmacies and food outlets for delivery and take-aways only. News reports became more and more terrifying starting with the number of deaths in the country and nearby countries and the government slogan “We remain indoors” began overwhelming the public sphere. A cell broadcast message was sent to all smartphones on 11, March by a government agency supposedly to inform people on the virus but causing more anxiety and confusion and another one followed a week later stressing again the necessity to “remain indoors”. Actually, a lot of people ignored the government call for self-restrictions on movement and outdoor gathering and went out to beaches and open air places. The next days all organized beaches and tourist resorts closed, air traffic with Italy and Spain was banned and some days later the borders with Albania and North Macedonia closed.
Public transport has been restricted, passengers to Greece will be detained at home for 14 days and since Wednesday (18/3) all retail shops except few categories have been closed down. Panic reactions in supermarkets with hordes of people amassing huge quantities of commodities (+42% compared a month before, if fast-moving consumer goods are taken into account) led to restrictions on number of customers in a given supermarket and the imposition of a minimum distance between customers.
With a devastated public health system after subsequent Memoranda and cuts, the government knows only too well why they should be panicked when thousands of people will become ill with the virus. The announcement of urgent hiring of 2000 doctors and nurses with a two-year work contract is next to nothing compared to the low number of Intensive Care Units functioning (557 instead of 3500), with 80 of them being idle due to lack of personnel and 25% of them being permanently closed. The overworked hospital personnel had been cut during the previous years, job vacancies are 45000 and public health expenses range between a meagre 4.7 to 5.2 % of the GDP – beware the -30% decrease of GDP, compared to 2009 results, when discussing those ridiculously small percentages.
The prime minister wife’s initiative to call people to “thank” doctors and nurses for their efforts against the virus by clapping their hands in their balconies at a fixed time in the evening some days ago had unfortunately some success and, for the time being at least, it shows the extent of the resignation of the population in the face of the state terrorist slogan of “remain indoors”, which prevents public demands for a rise in social reproduction state expenses.
It is important to note that it is a conservative, right-wing neoliberal government that applies state interventionist measures, praises public hospitals and the national medical system in general, bans national parades (both military and school ones), closes churches and turns the “Invisible Hand” of the market wherever they want.
Although the Greek state has been under Enhanced Surveillance for ten years now, the institutions and the Eurogroup decided on Monday (16/3) to scrap its obligation for a primary surplus of 3.5% of GDP this year. Also, the government has promised liquidity shots (2 bn) to affected businesses and announced suspension of amortization payments as well as payments of tax and insurance liabilities, requisition of private hospital beds etc. Central planning at its best!
As days pass, the restrictive measures in movement become heavier and the propaganda of fear is gaining ground. Even political groups of the anti-authoritarian milieu limit their activities, cancel their events or even approve of the quarantine in the name of public health protection and “(self)-responsibility”.
The isolation or self-isolation imposed at the moment is not very promising as the necessary precondition for any successful struggle is cooperation through physical encounter. At the same time, an attitude of internalized self-discipline and fear (if not even outcry of “irresponsible behaviour’’ on the part of those still gathering in public spaces and social centers) can be very convenient indeed for the state and its repressive mechanisms, as the outcome of a recent antifascist demo in the town of Rethymno showed: 100 people were surrounded by cops, beaten up and taken to court. One wonders what will happen if workers start organizing around demands such as full wages, less work hours or stop altogether, bigger unemployment benefits, paid medical expenses…
The “wages of exception“ in a state of exception
Even though many (small-scale and large-scale) capitalists have profited from the implementation of the extreme austerity policies of the last 10 years, by means of labour market deregulation, both direct and indirect wage decreases, tax redemptions etc, their greed seems bottomless. Currently, they try to take advantage of the declared “state of emergency’ (or situation of “war economy” as the prime minister called it during one recent TV address): the Greek state capitalizes on the COVID-19 pandemic to further implement new emergency laws that will lead in the enhanced precariousness of labour and waged-labour cost decrease, in line with the persistent neoliberal doctrines. From the capitalist point of view the timing is crucial, as the financial consequences of the COVD-19 crisis are yet to be seen. In terms of the Greek regime of accumulation, it must be kept in mind that the tourist sector and all tourist-related services, such as cafes, restaurants, catering, construction/renovation, retail, logistics etc., are among the most important ones in terms of their GDP share.
What follows is a short list of measures that have been announced over the last week. It is important to note that these measures affect differently the various sectors of value production and circulation, so they should be used with caution when it comes to generalize about i.e. direct and indirect wage decreases or the legal status of those currently unemployed. On the other hand, this list is indicative of the capitalist strategy to a) pass on the lion’s share of the financial cost to the working class and b) further designate a labour market that will allow larger profit margins, when “normal” conditions of value production and realization are re-established.
In the public sector:
Workers in schools, universities etc. have not been working since March the 11th, following the government’s decision to lock down all educational facilities, ranging from state nursery schools to universities. Sport facilities, gyms and museums were also affected by this ban. Despite the fact that those workers are not currently working they still get paid accordingly (for the moment at least).
The most affected public sector workers by the COVID-19 outbreak are, obviously, ,nurses, doctors and all others working in hospitals, who have to work under extremely intensive and dangerous conditions. Following a massive downsizing of public healthcare system due to both a 25% personnel decrease and slashed state funding, the understaffed and under-equipped hospitals will soon be unable to handle emergencies related to COVID-19 or other causes. For the moment, in most hospitals no COVID-19 tests are conducted to the hospital personnel, while the tests are used for seriously infected patients or the elderly. In some cases, due to lack of specialized personnel, unpaid MSc or PhD students have to analyze the results, leading in crucial delays. On top of that, the understaffed personnel is forced to remain in service despite showing signs of the virus infection and having access to very limited resources of personal protective masks and/or gloves. As mentioned above, there are only 557 active intensive care beds nationwide (224 in Athens, alone). The same is true for the hospitals on islands where the infrastructure and personnel is not sufficient to accommodate the needs of both locals and immigrants (see below). To deal with the current emergency situation the government has decided to immediately hire 2,000 doctors and nursing stuff, a number which simply sounds like a complete joke when compared to the 26,000 personnel decrease, between 2010-2018, even more so because that number corresponds to the new job positions that had already been announced since early June, some months before the COVID-19 was first reported in China… One should always keep in mind that by the first implementation of Memoranda in 2010 the hospitals were already understaffed, as a result of state policies to continuously keep healthcare funding below EU average. In that sense the post-2010 devalorisation politics have decisively deteriorated and already devastated sector.
The “We remain indoors” propaganda has been proven successful in decreasing hospital workload too, as it is not only the streets and public spaces that are evacuated by the citizens, but also the emergency clinics of hospitals. It must be noted that out-patient clinics have effectively been shut down (excl. drug prescriptions) thus limiting the access to state healthcare by default. It is through this artificial and violent constriction of social medical needs that the state healthcare system is still functional.
In the private sector:
In all, after the gradual locking down of numerous sectors ca. 1,000.000 workers are estimated to be (either temporarily or not) without work. Those workers are not entitled to get paid by their employers according to their contract-defined wage, on the grounds of the “state of exception” that was officially declared by the government: faced with slashed turnovers by early March, numerous employers’ associations have immediately resorted to lay-offs, obligatory leaves without pay and/or fierce lobbying in favour of massive lockdowns.
More specifically:
By March 12/3 all private gyms were locked down, while the following day the measure was extended to include all restaurants (excl. take-aways and those providing delivery services) and bars. This measure had major impacts on (youth) employment, as most of the food and beverage sector numerous workers are young proletarians, who often work under precarious and intensified terms (unregistered or under-declared contracts, irregular week schedules etc.). By Wednesday 18/3, the measure was re-extended to almost the whole retail sector, with the obvious exclusion of sectors such as pharmacies, supermarkets, groceries, bakeries, banks, gas stations, take-aways and… funeral services. The workers employed in sectors related to medical equipment and/or products are now under a “zero hour contract”, as the shops remain closed, but the services can be provided by appointment only. Hostels and hotels are to follow by this week.
All those workers who have been directly affected by the official state “lockdown” measures, as well as those who got fired during the COVID-19 initial outbreak (since the beginning of March ca. 40,000 according to some reports, most of them in the tourist industry) or still work in very low profit businesses are entitled to receive a 800-euro “state benefit”, for the period from 15th of March till the end of April (that is 535 euros per month, well below the current minimum nominal wage of 650 euros). All beneficiaries are also qualified for a 40% rent discount, in case they have no property of their own and rent an apartment, though no details were given who is going to cover that 40% discount.
According to the state officials, the “locked-down” workers are not unemployed, but rather had “their work contracts suspended”, an alarming neologism that makes one wonder about what the actual legal consequences are, i.e. when capitalist “normality” is re-establshed will current contracts still remain valid? It’s no wonder that the “zero redundancy clause” legislated by the state for all companies that want to make use of state financial support, only ensures the nominal number of job positions, but not the type of work contract or, even more so, the corresponding wage related to those positions. For instance, it is yet unclear when workers with “suspended contracts” will receive the “Easter wage” (an extra wage amounting to 50% of the nominal wage that employers are forced by law to provide before the Easter vacations).
Apart from enjoying various credit, loan, tax, rent or other administrative facilitations (in the form of suspension of various payments for instance), the capitalists are also freed from the obligation to cover the social security liabilities of their “suspended” employees for as long as the ban is effective: the corresponding cost will also be funded by the state budget.
From the above, it must already be clear enough: what’s unfolding before our eyes is another crude attempt to socialize the capitalist losses, by channeling primary balance surplus money (that is money from working class’ direct and indirect wage decreases and income and purchases taxation etc.) straight to the capitalists’ pockets. The state money distribution is telling: out of the total package of 9.8bn euros (incl. 1.8 bn from the European Investment Fund and 6bn of guarantees to stimulate working capital corporate loans), the money directly channeled to the affected workers amount to only 0.45 bn or… 4.5%. Another important aspect of the current financial and social crisis is related to those already unemployed (1,076.134 by January 2020) and to unregistered workers. No special provisions for all those have been announced, apart from a 2-month extension of all unemployment benefits ending the first quarter of 2020 (ca. 200,000)
As all schools have been closed and grandparents, an integral and important part of the local familistic welfare regime, who have traditionally been providing childcare should not come in contact with children, new special leaves for parents with children under 15 years old were legislated. But only one parent can apply for such a leave and its cost (nominal wage and social security levies) is shared both by the employers (by 2/3) and the state (1/3): another straightforward way to socialize the capitalist costs. Workers who make use of this “special leave” have to simultaneously make use of their normal (paid) leave: for every 3 days of the special leave the worker applies, (s)he has to apply for 1 day of normal leave as well. That means if (s)he is not entitled to get “normal” leaves (this is the case for newly employed workers), then (s)he is not entitled to this special leave either. In any case, many were the cases of parents getting laid off only because they tried to get this special leave. Others were blackmailed to make use of their normal leaves or even to obligatorily get “a few days off” without pay.
But it is not just those who (temporarily or not) lost their jobs and wages who are directly affected by the new measures. Those still working may also find themselves in deep shit, as is the case for supermarket, supply chain/logistics/couriers/delivery and call-center workers, who all work under flexible schedules, unpaid overtimes, extremely intensified conditions and, as if the above are not already enough, without sufficient –if any– personal protective equipment. The latter was true for the whole period before the state bans and for all sectors nationwide: in most cases no guidelines were provided by the management on how to avoid getting infected while at work, or those guidelines were rather dated and/or inadequate. It’s not surprising that in many cases workers had to buy protective equipment themselves, a rather difficult task considering the huge public demand for gloves, masks and antiseptics (in many pharmacies long queues were observed and the protective equipment was sold out within hours if not minutes).
The government capitalized on people’s massive rush to supermarkets to buy protective equipment and other necessary products or food and decided to extend all supermarkets work schedule from 9am-9pm to 7am-10pm (Mondays–Saturdays), while supermarkers will obligatorily remain open on Sundays too (from 9am to 5pm). Regarding the latter, it’s worth noting that a number of workers on retail sector have been fighting against the legislation of Sunday-work since 2010 and it was only recently, according to the 2019 “development law”, that supermarkets were allowed to open up to 32 Sundays per year.
As a response to the above, a bunch of grassroots initiatives, among both supermarket and call-centers workers, are currently trying to expose the current working conditions of extreme intensification and/or the lack of protective measures. However, the working class general response to the overall state-led measures (535-euro state benefits instead of full wages, “suspended work contracts” etc.) has so far been disappointing, both in magnitude and content.
Regarding the administrative level:
According to the current state of affairs, the capitalists have no obligation to declare the daily working schedule of their employees to the waged-labour registration e-platform, by which they are (in theory at least) monitored by the Body of Labour Inspectors. This basically means that they can legally avoid declaring a worker, thus avoiding paying work-stamps, but it also means they can modify as they wish the type of contracts, work schedules, shifts and days-off to better suit their production needs. For instance, many cases of obligatory conversions of full-time to part-time contracts were reported. The capitalists can, moreover, avoid declaring overtimes, thus increasing their profits and workers’ exhaustion. While we all know that trying to bypass state labour legislature was commonplace among capitalists, it is worthwhile noting that it is the state itself that now allows such (previously) illegal practices. It’s not by accident, therefore, that one of the representatives of capital said «The job market works much better like that, when it’s more flexible».
It is through this condition of embedded flexibility that shift-work and remote-work –rather limited practices until now– have been introduced to a much larger scale in the local labour market, while the ban on almost all retail shops, has paved the way for the online (e-shop) services proliferation, as is the case for the related logistics sector.
The current situation among immigrants in detention centres
The situation among detained immigrants on the Greek islands can be described as rather chaotic. The 16th of March there was a fire in the migrant detention camp of Moria, in Lesvos, which led to the tragic death of a 6-year old child. The fire quickly got out of control due to the strong winds in the area, but also due to the fact that fire-fighting vehicles could not approach the site, as a result of the extremely overcrowded informal migrant settlements surrounding the facilities: while the infrastructure is said to have a capacity of 2,800 persons, the immigrants living there must be ca. 20,000-22,000! In total, more than 42,000 immigrants, including children, are trapped in Lesvos, Samos, Chios, Leros and Kos. In the beginning of February (that is, before the emergence of COVID-19) there was much talk about disease outbreak in the camps. The United Nations Refugee Agency has made an urgent call for the evacuation of Moria, as there is a threat of a pandemic outbreak that could affect the rest of the island: “Humans with severe breathing problems live inside tents which are wet because of moisture and the winter rains. There is no hot water at all and the detainees must wait for three hours in a cold environment to receive food. All of them are undernourished, with bleeding gums.” This is just a fraction of what is actually happening in Moria, according to the UN doctors that work there.
Dealing with such a bleak situation, the Greek government came to realize that a) you reap what you sow and b) you can’t rob Peter to pay Paul: after having waged an electoral campaign based on far-right, anti-immigrant rhetoric, it now finds itself obliged to simultaneously satisfy its electoral clientele on the islands, which demands “decongesting the islands from all immigrants” and “controlling immigrant presence” (i.e. it is no wonder that one of the very first measures that the new government had announced was the annulment of the asylum seekers’ social security number, which was granting them access to health services), and obey the current EU policy that dictates the creation of massive immigrant detention centers / ‘buffer zones’ at its borders, that is on the very same islands.
However, the government’s first attempt to move several immigrants from the detention centers to similar centers located in the mainland was met with huge local opposition there, mostly based on sheer xenophobic reflexes. The plan-b, then, was to construct more, larger enclosed detention centers on the islands and place in them those 42,000 people who have already been trapped there and all those that would attempt to cross the borders in the future. But this plan was also met with, even harsher actually, local reactions, mostly from the right but also from the left, as local interests (partly related to the touristic industry) would be affected. In February, locals fought fiercely against the government’s aim to turn those islands into permanent immigrant prisons by mere force (several riot police squads had been called out, only to make things worse as their presence unified local opposition against them). In the end the government was forced to back down.
After the end of the fight of the locals with the riot police squads and the military closure of the Greek-Turkish borders in early March, right-wing citizen initiatives have successfully managed to turn the local dissatisfaction with healthcare state provisions and state requisition of land for the new prisons into anti-immigrant and anti-NGO propaganda.
It is in this complicated and claustrophobic context, that the pandemic broke out and the immigrants were initially left to their own devices. Shortly afterwards, however, the government implemented harsh measures of mere biopolitical control, under the pretext of COVID-19 spread, despite the fact that all people infected so far are Greeks. In the detention centers in particular the only reported case of COVID-19 infections is that of a police officer in Amygdaleza, Attiki.
The strict legislature against detained immigrants include curfews, new fencing enclosures (around informal settlements) and solitary confinement areas for those that get infected, restricted transport permits to urban centers (in order to buy additional means of subsistence), ban on all indoors activities/meetings etc. However, what was not announced was the most effective preventive measure of all, that is the immediate shut down of all detention centers. More than ever, all of them now look like prisons! Despite that, the so-called Moria Corona Awareness Team, a group staffed by volunteers who have applied for asylum status, expressed its satisfaction for the (repressive) measures taken by the Greek authorities: “These restrictions are useful and necessary for refugees in order to be protected from coronavirus” and “for that we thank the Greeks who imposed the measures, and in a very peaceful way”!
In Kos island the mayor announced his intention to hire private security personnel so as to limit immigrants’ presence in a number of public spaces, thus resulting in even greater congregation within the detention centers, but also precluding similar measures to the nation-wide population.
As a matter of fact, the whole country starts looking like a prison: the Deputy Minister of Civil Protection and Crisis Management has recently announced the first martial law measure: the prohibition of all public gatherings of more than 10 people by 19/3, while offenders will be fined with 1,000 euros! This was soon followed by the lock down of all parks, public squares, hills and other recreational areas but also by the prohibition of all travels towards the islands for non-locals.
The continuous, on a daily basis actually, extension of such draconian and authoritative measures, which soon extend to ban all “unnecessary movement”, not only shows the state’s determination for greater control over social life, but it also reveals that it is the state itself that aims to further fuel the current pandemic of panic among citizens. For instance, according to the more recent measures, only 1 person per 15m2 is now allowed in supermarkets (compared to the 1 per 10m2 before), thus inciting even longer queues, let alone that such a strict rule is not applied in workplaces and prisons/detention centers… Day by day, measure after measure, people seem to get used to this abnormal and irrational “necessity”, according to which even the rip out of ordinary wooden benches from streets and squares seems reasonable. The government propaganda of “irresponsible citizens who disobey quarantine” has proven to be, partially at least, successful in that in certain cases locals in rural areas and small towns have greeted visitors from urban centers with suspicion, if not hostility.
The current situation in prisons
There has been an horizontal ban on both granted leaves (i.e. days-off prison for those prisoners who have completed at least 1/5 of their sentence) and the so-called «free visits» (i.e. open meetings of detainees with their relatives in prison facilities without strict time limits). The short meetings (only 10 to 15-minute long) that initially were allowed behind glass windows are banned, too. On top of that, food, clothes and other (such as books) packages from relatives were prohibited. Barriers in lawyer visits have also been reported. On top of that, the Ministry of Public Order has recommended the use of isolated areas in every prison, each being capable of accommodating 10-20 COVID-19 infected (or potentially infected) inmates. However, the prison managers have already stated their inability to implement such a measure, due to prison overcrowding.
Female detainees have publicized a text, which was communicated through lawyers to the Ministry stating that they are both cooperative and strictly compliant with some of the above measures and that, from their part, «there is a great deal of responsibility». They demanded that the political leadership show responsibility, too, and accept their proposals, among which are releasing all inmates convicted with less than 5 years of imprisonment, as well as releasing all incarnated mothers with underage children and those who are vulnerable to COVID-19 infection. Similar demands were also made by the Prisoners’ Rights Initiative, mostly focusing on the need to secure safe life-conditions within prisons and decrease overpopulation both in prisons and police detention centers, by means of on-parole releases and other similar policies.
Protests
The last big demonstration in the country took place on the island of Lesvos on March 14. It was an anti-fascist/pro-immigration demo which was supported by the local Hospital Doctors’ Union and was accused of “irresponsibility” by the government supporters all over the country.
The only call for strike this week was issued by the Union of Archaeologists who demanded to stop working, a demand that was met by the Ministry of Culture.
A collective hunger-strike, of more than 1,200 immigrants detained in Korinthos detention camp has been initiated by March 20, protesting against the harsh living conditions, also demanding to be freed. Whether this protest was mostly related to the UN anti-racism day (21/3) or extends further than that, remains unclear at the moment.
After dark, there are more cops in the streets than ordinary people. If there’s going to be a curfew this weekend or next week, it will be very difficult for comrades who are still active to get together or put their banners, stickers etc over the city of Athens.
Assembly of Workers-Unemployed from Syntagma Square
TPTG
March 22, 2020
Το κείμενο σε pdf
Μετάφραση στα γαλλικά στο site dndf (με τη σωστή, πλήρη υπογραφή στο τέλος του κειμένου)
Αναρτήθηκε από: Τα παιδιά της γαλαρίας | 22 Μαρτίου 2020
Some thoughts on Whither America?
Floris’s text, notwithstanding certain disagreements from our part, has the merit of covering a wide range of issues, with each one of these requiring a separate analysis in order to be dealt with properly. Therefore, we deliberately left out of our commentary certain aspects of US reality, not because we regard them unimportant but because we focused on what constitutes our basic line of argumentation in relation to the points of divergence with Floris’s text.
We largely agree with his theoretical explanations on the industrial decline in the US, however, we consider it to be only a part of a broader historical process that we call a crisis of reproduction of the capitalist social relations dating from the late 60’s – early 70’s.
This period witnessed the beginning of the decomposition of capital-labour relations in the West, as they were consolidated after the war, with Keynesianism, as a model of domination and disciplining-integrating class antagonisms, reaching its limits because of wildcat strikes, urban riots, sabotage, absenteeism, high turnover, the subjective (at times even individualist) revolt against social privileges and state regulations of all kinds, in short a revolt against inflexible models of work in factories and offices and oppressive reproductive models in society at large.
Equally important with what the text says about the falling rate of profit because of the rise in the organic composition of capital were the wage rises as a result of labour insubordination, because of which the extraction of surplus value became more expensive.
Apart from the rise of the direct cost of exploitation, what was new in this period, historically speaking, was the rise of the indirect cost of exploitation, the expenses of the welfare state. Since the capitalist state, as a welfare state, incorporated more and more aspects of everyday life, the alienated social organization, society as a factory, generated movements against state control and around education, housing, health, transportation, consumer models etc. It was the period when the struggles of wageless housewives, the ethnic minorities, the so-called “surplus population”, for more benefits and less control came to the fore. It was through these struggles that the contradictory relation between the working-class and the welfare state became obvious: the increase in benefits presupposes subordination to the alienating form of the capitalist state, but it was the state itself that had become a terrain of class antagonism and its control was crushed from within.
The struggles in the factory to disconnect wages from productivity and for control over the labour process and the struggles of proletarian subjects such as blacks, women and the unemployed for increases in social benefits, for income without work, were the two sides of the same coin, of the same revolt.
The welfare state came under a crisis, being blamed for causing the crisis itself. The focal points of the new strategy of capital’s counterattack were the restructuring of state expenses and the production sphere, the strengthening of the police functions of the state and the deepening of divisions within the working class. The crisis of the welfare state or else the “fiscal crisis of the state” was the outcome of the social and class struggles over state expenses.
We had to dwell on that because we think that Floris’s argument that “large capitalist concerns no longer accepted the social wage and supported the social welfare state” (p.3), is insufficient in order to describe the crisis of the capitalist state itself when its basic but contradictory functions, the capitalist accumulation and the legitimization of the capitalist relations, came to an acute crisis. We think that his text underestimates the role of the capitalist welfare state as the most powerful agent of capitalist activity and at the same time the mediator of class struggles and it fails to present it as the irreversible historical result of the post-war class compromise on western democracies until nowadays.
It’s also misleading, in the sense that instead of presenting neoliberalism as a capitalist strategy of both political forms of capital in US politics (Republicans/Democrats, right-wing/liberal), as political forms of capital faced with the crisis, in the text it is only the “Neo-Right” that it is identified with the neoliberal program.
Actually, in the first period of the capitalist counterattack, in the late 70’s, Keynesianism was replaced by a monetarist, deflationary politics. It was J. Carter, of the Democratic Party and Volcker as head of the Federal Reserve, the ones who applied monetaristic, deflationary politics through the restriction of money supply to curb inflation (an underlying reason of which was, among other factors, the power of the working class to increase the direct and indirect wage). Starting with the bank and municipal attack against the New York City working class in the mid 70’s, it was the Democratic Party that inaugurated neoliberalism with a series of anti-Keynesianist policies aiming at the destruction of the local and federal states’ old redistributive function. The first major cutbacks in federal social spending were imposed through Carter’s administration’s budget for 1980 “which called for “austerity” and “restraint” in the provision of government services. While defense spending, social security, and health-care payments were increased (the latter two because the benefits are tied by law to the rate of inflation), other programs were level-funded or cut. The 1981 budget continued these trends, with increases for defense spending and austerity for domestic programs; the Reagan administration’s economic program only accelerated these shifts in the public sector.”
So, although it’s true that capital’s counter-attack escalated by the Reagan administration, it had already started earlier during the 70’s: the new conservatives of both the Republican and the Democratic parties launched an ideology and a practice that combined individualism and economic “rationalization”, reaching to social inequality as a supposedly natural human condition, thus disciplining the working-class by deepening the divisions within it. Instrumental for this was an “attack” on the Big State, “particularly the distant, unresponsive bureaucracies of the federal government, … a crucial element in eroding support for the regulatory and social-wage elements of the state, and for building support for the pro growth and military-spending elements”.
But if neither the content of neoliberalism can be attributed exclusively to the Neo-Right’s program, as the text claims, nor its origin dates back in Reagan era, then a disproportionately long analysis of the New Right is hardly necessary, if not confusing. On the contrary, what is missing from a revolutionary perspective is what the limits of the social and class struggles were then and how both political forms of capital helped consolidate the neoliberal policies and ideology.
For example, was the “tax revolt” just a “‘single issue’ rightist ‘social issues’ struggle”? More generally, didn’t the 1978 changes in the federal income and payroll taxes further accelerate the inequality of the tax structure with capital gains taxed more lightly under the personal income act, while rates were increased on wages and salaries below certain maximums? Wasn’t the property tax a very regressive tax, favoring mostly the wealthy ones? The more well-to-do segments of the working class (whether right-wing or liberal) got involved in the interclassist movement for tax cuts and it would be very interesting to show how “the Right used it as a wedge to cut business taxes and taxes for the wealthy, as well as social services”, that is how parts of the bourgeoisie used the anger and insecurity of an increasingly threatened working class to create a movement that favored them and how they promoted cuts in expenditures that attacked first the weakest parts of the class and in the long term even those parts of the class that were involved in the “tax revolt”.
Furthermore, would it be possible for the conservative anti-proletarian, “populist” and individualistic propaganda to gain ground, if the power of the organized working-class had not been already undermined by the liberals on the city and state levels and if the ability of the working class to fight on its own terrain (i.e. the practical critique of the wage relation in all its dimensions) had not been undermined by the left liberal citizen-action, public-interest groups and the practice of citizenism in general?
The long history of neoliberalism from the 1970s up till now had its ups and downs. It was not an even historical process culminating in Trump, as Floris suggests.
Reagan was successful in attacking labour legislation favorable to workers and through tax cuts made it easier for capital to relocate from the unionized “rust belt” to the non-unionized southern or western regions of the country (even abroad to Mexico and Southeastern Asia) or reorganize itself in other areas of the economy or new companies free of unions and collective bargaining – a process which continued during the Bush and Clinton’s administration. But as Harry Cleaver had noted,
“Although, once again, as in the 1970s there were successes in cutting social programs, especially in the first year of the first Reagan Administration, there were also failures. The defensive counter-mobilization of a wide variety of targeted groups, from those defending food stamps for the poor to those defending social security for the middle class, succeeded in preventing much of what had been slated for elimination under Reagan’s supply-side program. Given the successful resistance to such cuts, the Reagan program of reduced taxes but not-adequately-reduced expenditures produced a skyrocketing budget deficit which could only be funded by massive foreign borrowing from Europe and Japan. The result was that when business discontent over the depression and over federal crowding-out in money markets combined with the threat of Mexico to default in the debt crisis, Volcker was forced to ease up on monetary policy and lower interest rates in the Fall of 1982. When he did so, his explicit emphasis was on stimulating consumption, not investment. The long slow recovery that followed had something of a Keynesian flavor to it, much to the distaste of monetarists and supply-siders. The fact that the pattern of unemployment, income tax cuts and financial deregulation had had the effect of shifting money income from waged workers to salaried workers and managers – financing the yuppy generation – meant that this “consumption-led» recovery was based on a new class composition, but it was not the investment-led growth envisaged by the supply-side policy makers”.
Despite the growing importance of productive investments in the reorganization of information flows, science and technology, vast amounts of money were re-deployed in the direction of paper and speculative (stock market and real estate market) investments. This move by industrial concerns had the merit of restoring profit rates and atomizing workers through credit but could not strengthen the link between money and extraction of surplus value, with the result of continuous financial bubbles since 1987.
Clinton’s presidency was the era of extreme financialization and neoliberal populism; workfare was introduced and the social security system was largely privatized.
The Clinton years witnessed a continuation of neo-liberal policies by signing up to NAFTA, slashing welfare (with the welfare reform bill that dismantled the federal welfare system known as Aid to Families With Dependent Children (AFDC)) and abandoning federal assistance to the old industrial “heartland” in favour of the computer and information industries in the South and West. On the other hand, the median household income increase in African-American households (by 25 percent, twice as fast as it did for all households nationwide) during that time, together with African-American unemployment rate fall (from 14.1 percent to 8.2 percent) simply meant that class divisions within black population deepened. With the US having the highest rate of incarceration in the world when Clinton left office in 2001 (because of the 1994 crime bill, with its three-strikes provision and increased number of capital crimes) and African-Americans constituting 80 to 90 percent of all drug offenders sent to prison, the true jobless rate for young, non-college-educated black men, including those behind bars, was 42 percent as government statistics on poverty and unemployment rates did not include incarcerated people. Clinton’s period best exemplifies the expansion of the penal side of the welfare state if we take into account that funding for public housing got slashed by $17 billion (a reduction of 61 percent), while funding for corrections was boosted by $19 billion (an increase of 171 percent); this transformation, according to sociologist Loïc Wacquant, “effectively makes the construction of prisons the nation’s main housing program for the urban poor.”
Direct wages (both minimum wage and salaries) were increased during the second Clinton Administration, but thanks to the expulsion of 6 million people from welfare, the slashing of housing benefits and the everyday practice of dismissing those workers who were involved in the organization of trade unions and workers’ groups (10,000 every year), the only beneficiaries of this increase were salaried workers and the managerial strata of the working class, who were also considered to be credit-worthy.
After the bubble of the so-called “New Economy” burst in 2000, there followed a period which could be described as a form of “military Keynesianism” i.e., the use of government funds directed to the military to stimulate economic activity in a period of decreasing private investment and profitability. This mixture of neoliberalism (privatization) and Keynesian deficit spending to get and keep US capital out of a crisis and at the same time, the promise of non-union jobs in a hugely expanded and privatized “national security” sector to some citizen workers while further driving immigrant workers into illegality, or else the “Bush Deal”, had as key parts the Patriot Act and the Homeland Security Act. They were components of a strategy of increased expenditure combined with the guarantee of not strengthening the working class through a massive use of non-union private contractors. In essence, the “war on terrorism” was a strategy of a dramatic transformation of class relations and the temporary reversal of the profitability crisis. It was also a means to reaffirm the monopoly of US dollar as the main reserve currency. Therefore, it is in this framework that we put the importance of the 9/11 events and not in an abstract critique of “national mythology”.
The reduction in interest rates and the loosening of credit was even greater after the collapse of the “New Economy” in 2001 and this kind of “privatized Keynesianism” was extended to more and more people who were encouraged to borrow to sustain demand. Gradually, the disciplining/divisive role of the debt expansion was seriously undermined in the years before the 2007 subprime mortgage crisis as speculative investments in the derivative markets connected with consumer and mortgage debt got autonomized, thus leading to a total relaxation of the rules and criteria for providing credit: even unemployed black families were able to get mortgage loans.
Consequently, the bursting of these new bubbles in the beginning of 2008 brought the global banking system on the verge of total collapse and the global economy in deep recession. The US government under Obama chose to deal with this situation through the even greater burgeoning of the “sovereign debt” with the provision of astronomical sums of money to bail out banks and boost capitalist growth. The use of trillions of dollars of government funds to take control of the banking sector and the demand of a specific restructuring of the auto industry were urgently undertaken among “a wide spectrum of actions that appear[ed] ‘collectivist,’ ‘socialist’ and ‘commonist’ to a doctrinaire neoliberal”, since Obama’s administration also saw as its duty to help reverse the legitimacy crisis of the capitalist state brought about by the meltdown in 2008 while bringing the economy back to its pre-crisis state. Neoliberal trends continued as usual and “the number of US families living under the World Bank’s global poverty line (2 dollars per person, per day) more than doubled since the mid-1990s, reaching 1.5 million households in 2011”. Unsurprisingly, therefore, in the supposedly “post-racial” era under an African-American president, deportation of undocumented immigrants was more than 2.5 million and police murders of predominantly black proletarians increased.
Trump enters the picture when the previous administrations’ failure to reverse capitalist profitability crisis for certain capitalist fractions and mitigate the consequences of neoliberal policies for large swathes of the working class reached a point that could seriously endanger the reproduction of capitalist relations.
Therefore, it is important to repeat what several comrades have stressed so far, that it was primarily a defeat of Clinton rather than a victory of Trump, relativizing his supposed electoral “triumph” as a contingent response to Obama’s neo-liberal political economy. Consequently, we view Trump more as an expression of the predicament capital finds itself in and of working-class frustration than as the “deepening” or the “culmination” of a “neo-Right political culture, nascently neo-liberal and, today, more or less openly neo-fascist”, as Floris says. The “anti-establishment” stance he tried to take during his campaign (mobilizing the electoral base of the Republicans to a large extent against the party apparatus) and his populist narrative indicate a deep crisis within the political forms of mediation in the US politics (in both the Republican and the Democrat Party) rather than a homogeneous strengthened neo-Right, as Floris asserts.
While we do not underestimate Trump’s effort to normalize white supremacy, sexism and militarism, we find it more productive to question the material basis of the racist deal that he seemed to offer to the (“white”) working-class before his election. It is there, however, that we note that instead of keeping the long list of promises he gave (as a candidate) to a deeply disillusioned working-class (raising of taxes on the rich; tax changes that would not benefit the rich; breaking up of the largest US banks by reinstating old Glass-Steagall regulations; price controls on prescription drugs; a $1 trillion infrastructure package etc), what Trump and his cabinet have so far accomplished is that a whole program of regular right-wing demands stalled for decades has been turned into law within a very short time (the tax bill, that has dramatically reduced the corporate tax rate; environmental deregulation, increase in the military budget, charter school proliferation, defunding of the Consumer Financial Protection Agency etc).
This standard boiler-plate from the right-wing agenda since the New Deal will hardly satisfy the less well-to-do segments of what, according to Floris, constitutes a “neo-fascist oppositional bloc” and we could also risk suggesting that its working-class segment will feel very alienated if not betrayed at the end of Trump’s presidency. Couldn’t one also predict that these standard neo-liberal “accomplishments” will make Trump’s cabinet “redundant”?
For all these reasons we concur with dissenting voices in the American Left, like Phil Neel, who wrote that
“the majority party in the U.S. is the party of non-voters. This is particularly true among the poor. And this shouldn’t be a great mystery, either. People aren’t really that dumb, and it’s not terribly hard to see that neither major party offers anything to anyone other than the rich and those within its patronage network. Talking to people from these places [the “far” hinterland, which is “a sort of abandoned zone, dominated by informal work and black markets”] you definitely see support for Trump—often almost exclusively out of spite for spineless liberals—but for every Trump supporter you’ll find two people who say fuck both parties, they don’t have our interests in mind. And remember that rural America is nowhere near exclusively white, either… As a “material force,” Trump is not particularly important. He obviously cannot offer any sort of true economic revival, because he’s not able to put through the type of severe tariffs and massive public projects that would be necessary to do so (albeit temporarily). The trade policy he’s pursued has been haphazard at best. In the social sphere, there’s a lot of talk about how he “enables” these far-right mass movements, but the evidence is actually quite mixed. Generally, far-right mass movements tend to grow fastest and strongest under center-left Democratic regimes, because they thrive off these confrontations with an unpopular federal government… And here is the real meat of the issue: when you actually compare the data, you see that Democratic regimes were obviously not much better, and there’s no reason to assume that the Democratic alternative would have been any different”.
Even more certain is that there can be no historical analogy with fascism. We have major disagreements with Floris on what historical fascism was and even more so on its resemblance with the modern capitalist regime, however, as a proper analysis would be too long for this text, we will just confine ourselves to some short comments. There are no “structural similarities” between the neo-liberal US state and the Nazi state. The Nazi regime was a state capitalist economy, a “closed commercial state”, characterized by protectionist tariffs, full employment and a state-subsidized domestic industrial and agricultural production. The Nazi government had tried to keep peasants tied to their land and there were also regulations against working class mobility between industries. What is more, German society under Nazis was a racist Volksgemeinschaft, totally different from the individualist American society which is characterized, as Floris rightly observes, by inter-racial educational institutions that develop “de-racialized sensitivities” and institutions like affirmative action. Moreover, in German society under Nazis there were only hidden forms of working class resistance because there was no freedom of press and collective action. Finally, the German national capital tried to solve its lingering overaccumulation crisis, by violently exporting it to other countries, leading to the massive devalorization of constant and variable capital alike during the world war II massacre.
However, since then the capitalist accumulation, seen as a whole, has evolved into incorporating globalized networks of surplus value extraction, supply/consumption and financing. In that sense, the de-industrialization of the West and the rapid massive accumulation of fixed capital in Eastern Asia are connected, both reflecting the new division of labour exploitation on the global scale that emerged as a temporary spatio-temporal fix to the crisis of reproduction of capitalist relations in the West. The current dynamics of valorization/devalorization strongly depend on the cooperation of the capitalist class to set up such fixes, interconnecting local regimes of accumulation to ever greater degree. It is this very material basis of labour exploitation under capitalist relations that prevent us from seeing a direct linkage between current “tariff or trade wars”, to the extent that these are actual intercapitalist “wars”, and a “renewed imperialist world war”.
So-called “tariff wars” should also be examined under the perspective of simultaneous intra-capitalist competition and cooperation. Trump’s tariff-based policy, focusing on bilateral agreements that would largely favour the US, seem to have been halted by temporary agreements with EU and Canada, while, and this is equally important, such protectionist policies may be beneficial to all trading sides, to a certain degree at least. For instance, the Chinese government has long been pursuing a more balanced accumulation model (both investment and internal consumption-driven), in response to the rising production costs in China due to working class unrest and as a tactical shift to partially disengage local production from (currently largely) unstable global demand.
Finally, we can’t see what’s the use of the dystopian science fiction, apocalyptic totalitarian scenario that Floris presents at the end of his text. If it is true that the far-right organises localist self-reliance initiatives in areas faced with declining government services, thus bypassing the central issue of exploitation, then the only solution still remains the autonomous multiracial, multi-gendered organization of the working class around the central issue of work and wages. What are the possibilities of strengthening such universalist organizations both in workplaces and the sphere of reproduction? What are, for example, the prospects and the dynamics of the multiracial, multi-gendered Fight for $15 movement? Is it an independent working class movement or a public relations movement under the patronage of the Democrats and DSA? From a revolutionary point of view, such, among others, would be for us a more productive and grounded attitude towards the real movement of our times, instead of highly questionable, apocalyptic hypothetical series of events on which, moreover, proletarian organization seems to have no influence whatsoever.
TPTG
January 2019
A theoretical postcript
Our modest analysis in the form of the above short and incomplete comments has been informed by the theoretical assumption that currency issues and trade-currency wars are mystified forms of appearance of problems that arise within the relations of production, i.e. within the relations of exploitation. Money is neither a simple means of trading and profit accumulation, nor is it a simple mechanism for regulating production. Money is the most abstract, capitalist form of social wealth; it is the contradictory, mystifying social power through which social reproduction is subject to capitalist reproduction. Behind the US effort to support the dollar and make money out of money lies the inability of capital to increase work productivity in a way other than reducing the cost through redundancies. Trump’s decisions, like those of his predecessors, show the inability to create a new model of exploitation of labour and integration of the whole working class without at the same time encouraging its demands; in other words, they show the failure to impose a productive and profitable disciplining of the working class. On the other hand, competition among different forms of capital or between companies or even national capitals is not the essence of capitalism; it is one of the ways of sharing the total socially produced surplus value (another way is the co-operation of the individual capitals). Because labour is forced to produce surplus value under the dictate of capital as a whole, the strongest capitals – national or supra-national ones- do not only aim at increasing their individual profits, but, most importantly, they try to achieve this by promoting their own overall solution to the problems of global surveillance, exploitation and reproduction of the planetary labour power. Thus, although true that the overall strategy of capital emerges through competition, the obsession of anti-imperialists (whether left or liberal) with inter-capitalist conflict conceals the real content of this conflict: the joint domination of many capitals over the undisciplined labour powers.
pdf
http://insurgentnotes.com/2019/02/some-thoughts-on-whither-america/
Αναρτήθηκε από: Τα παιδιά της γαλαρίας | 2 Μαρτίου 2019

Συμμετέχουμε στην
ΕΚΔΗΛΩΣΗ
ΤΑΞΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ
αναρχικές και κομμουνιστικές τάσεις
η τομή από την κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο
τα επίδικα σήμερα
ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΔΙΑΚΛΑΔΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΩΝ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΤΗΝ 1/11/2018
ΚΥΡΙΑΚΗ 20/01/2019
15:00 – ΠΡΩΤΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΩΝ
* ΝΙΚΟΣ ΠΕΛΕΚΟΥΔΑΣ
Η πρώτη σπορά – Σοσιαλιστικές και αναρχικές ομάδες στην Ελλάδα 1877-1907
(Ακυβέρνητες Πολιτείες, 2017)
* ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Η μόρφωσις των εργατών
(Opportuna, 2018)
16:30 – ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΠΟΘΕΤΉΣΕΩΝ
* ΦΏΤΗΣ ΚΑΤΕΒΑΣ
Τα βουνά προηγούνται – Η Φιλοπρόοδος Ένωση Καροπλεσίου Αγράφων μέσα από
το αρχείο του Γιάννη Κοσπεντάρη (1933-1936)
(Ευτοπία, 2017)
* ΣΤΕΡΓΙΟΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ
Εγώ ο προβοκατόρας, ο τρομοκράτης – Η γοητεία της βίας
(Ισνάφι, 2η έκδοση, 2008 / Μαύρη Λίστα, 1η έκδοση, 1999)
18:00 – ΤΡΙΤΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΩΝ
* ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΙΣΙΜΙΣΗΣ
Περιοδικό Αντιπληροφόρηση – Πρώτος Τόμος: 1975-1977: Τεύχη 1-11 /
Δεύτερος Τόμος: 1977-1978: Τεύχη 12-20 / Τρίτος Τόμος: 1978-1979: Τεύχη
21-26 – Μια αρχειακή-ιστορική καταγραφή ενός μέρους του επιθετικού
πολιτικού λόγου της μεταπολίτευσης
(Γραφές, 2003)
* ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΓΑΛΑΡΙΑΣ
Τεύχος 18: Αφιερωμένο στους «κριτικούς» συνοδοιπόρους της εξουσίας (της
κάθε εξουσίας)
19:30 – ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΩΝ
* ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΣΕΡΒΙΤΟΡΩΝ ΜΑΓΕΙΡΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΤΟΥ ΕΠΙΣΙΤΙΣΜΟΥ (ΣΣΜ)
* ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΙΣ ΜΚΟ (ΣΒΕΜΚΟ)
* ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΟΔΗΓΩΝ ΔΙΚΥΚΛΟΥ (ΣΒΕΟΔ)
* ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΑΝΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΗΛΕΦΩΝΗΤ(ΡΙ)ΩΝ PROLEDIALERS
* ΤΑΞΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ – ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΙΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ
Αυτοδιαχειριζόμενο κοινωνικό στέκι Γαλατσίου στέγ★
Πρόσβαση με ΜΜΜ: 5, 15 στάση «Φούρνος», 054 στάση «Φωκά»
————————-
ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ/ΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΕΓΑΣΤΡΟ
Αναρτήθηκε από: Τα παιδιά της γαλαρίας | 13 Ιανουαρίου 2019
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΤΕΥΧΟΥΣ 18 ΑΠΟ
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΓΑΛΑΡΙΑΣ
στον αυτοδιαχειριζόμενο χώρο Ανατόπια,
Τσαμαδού 81 και Καραϊσκάκη, Πάτρα
Σάββατο, 9 Ιουνίου, 20.00

pdf
Αναρτήθηκε από: Τα παιδιά της γαλαρίας | 7 Ιουνίου 2018
Τεύχος 18: Αφιερωμένο στους «κριτικούς» συνοδοιπόρους της εξουσίας (της κάθε εξουσίας)

Περιεχόμενα
- Προλογικό Σημείωμα
- Το καπιταλιστικό κράτος-κρίση και η συνεχιζόμενη επίθεσή του στην εργατική τάξη σε όλο το φάσμα της κοινωνικής αναπαραγωγής
- Αντί εισαγωγής
- Οι βασικές και αντιφατικές λειτουργίες του καπιταλιστικού κράτους
- Από την «κρίση χρέους» στο «κράτος-κρίση»: Δημοσιονομικός έλεγχος και «αποικίες χρέους» εντός της ΕΕ
- Το δημοκρατικό κράτος έκτακτης ανάγκης
- Απαξίωση κεφαλαίου και κρίση των βασικών λειτουργιών του κράτους
- Περί των μοντέλων κοινωνικής πρόνοιας
- Η επίθεση στο οικογενειοκρατικό μοντέλο προνοιακής πολιτικής στην Ελλάδα ως η άλλη όψη του νομίσματος της επίθεσης στον μισθό
- Μεθοδολογική εισαγωγή για τα κοινωνικά κινήματα
- Το «αντιμνημονιακό κίνημα» και ο ρόλος της αριστεράς του κεφαλαίου μέσα σ’ αυτό
- Ο ρόλος της αριστεράς του κεφαλαίου στην κατάληψη της πλατείας Συντάγματος
- Ο ρόλος της αριστεράς του κεφαλαίου στις «λαϊκές συνελεύσεις»
- Η πολιτική της αφομοίωσης
- Προς μια θεωρία των κοινωνικών αναγκών και της οργάνωσης του προλεταριάτου
- Αστική και προλεταριακή δημόσια σφαίρα
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
–O πραγματικός εχθρός, Μπερνάρ, είναι αυτή η άγρια ειδωλολατρική φυλή που ζητάει μεγαλύτερους μισθούς, σέρνει τα πόδια της στους χώρους εργασίας και εχθρεύεται τους συνδικαλιστές και τα πολιτικά κόμματα. Ο παγκόσμιος εσωτερικός εχθρός. Αυτούς είναι που πρέπει να πλαισιώσουμε με τις οργανώσεις μας, τα social media και τις πολιτικές της ταυτότητας, οποιασδήποτε ταυτότητας, εθνικής ή καταναλωτικής. Και πάνω απ’ όλα πρέπει να τους έχουμε ενταγμένους στη λαϊκο-δημοκρατική πολιτική, οποιαδήποτε λαϊκο-δημοκρατική πολιτική αρκεί να μην μπορούν να εκφραστούν σε μια δική τους δημόσια σφαίρα που θα μας γράφει στα παλιά της τα παπούτσια επειδή δεν θα μπορούμε να μιλήσουμε τη γλώσσα των αναγκών τους.
–Αββά, μιλάς σοφά!
Αββάς ντε Περινιόν, Στα Υπόγεια του Βατικανού
Ο βασικότερος λόγος για τη συγγραφή ενός νέου τεύχους των Παιδιών της Γαλαρίας –τέσσερα χρόνια μετά την έκδοση του τελευταίου τεύχους– ήταν η αναγκαιότητα απάντησης σε έναν διαδεδομένο μύθο που η διαρκής επανάληψή του μέσα στο «χώρο» έχει συσκοτίσει τα πράγματα: ότι η άνοδος του Σύριζα στην εξουσία ήταν το αποτέλεσμα μιας προηγηθείσας ήττας του «αντιμνημονιακού κινήματος». Μια παραλλαγή αυτής της λανθασμένης εκτίμησης είναι, για παράδειγμα, η άποψη του John Holloway και των συνεργατών του ότι η «αποτυχία» του Σύριζα να γίνει το αντίβαρο στο νεοφιλελευθερισμό είναι διπλή αποτυχία της θεσμικής αριστεράς και του κινήματος (λες και αυτά τα δύο ταυτίζονταν – πράγμα που δεν ισχύει ιδιαίτερα για την περίοδο πριν από τον Φλεβάρη του 2012). Υπάρχουν κι άλλες παραλλαγές αυτού του μύθου: ότι το κίνημα το 2012 ήταν ακόμα σε διαδικασία εδραίωσης εναλλακτικών δομών και τη διαδικασία αυτή την εξέτρεψε η συνειδητή χρήση των εκλογών από το κεφάλαιο, που δική του επιλογή ήταν ο Σύριζα κι άλλες τέτοιες αστειότητες.
Η άνοδος του Σύριζα στην εξουσία το 2015 και η εδραίωσή του στο τιμόνι του έθνους-κράτους δεν σηματοδοτεί την ήττα ή την αποτυχία του «αντιμνημονιακού κινήματος». Σηματοδοτεί τη νίκη του. Για να ακριβολογούμε, τη νίκη της κυρίαρχης τάσης του. Το κίνημα ήταν ένα κατά βάση λαϊκο-δημοκρατικό, αντιφασιστικό κίνημα που πίστευε ότι «η χούντα δεν τελείωσε το ’73» και ήθελε να εμποδίσει την άνοδο της χ.α. στην εξουσία δίπλα στο «μαύρο μέτωπο» των μνημονίων, εκδημοκρατίζοντας ταυτόχρονα το κράτος με την ένταξη σ’ αυτό αμεσοδημοκρατικών και συνεταιριστικών δομών. Ο Σύριζα ήταν, λοιπόν, ο πραγματικός ορίζοντάς του, ως συμπύκνωση και έκφραση των βασικών του χαρακτηριστικών, όπως οι παλαιστινιακές εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις είναι ο ορίζοντας των αγώνων του παλαιστινιακού «λαού», το ΡΚΚ του κουρδικού, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι του αιγυπτιακού και πάει λέγοντας. Κι αν ακόμα ο Σύριζα δεν υπήρχε, ο δημοκρατικός κόσμος του κινήματος –οι «λαϊκές συνελεύσεις», η νέα επιχειρηματικότητα, τα διαμαρτυρόμενα εναντίον των μνημονίων άτομα-πολίτες– θα έπρεπε να τον εφεύρει.
Το γεγονός ότι κανένας φιλοσυριζέος δεν είναι σήμερα ικανοποιημένος δεν οφείλεται στο αιώνιο ανικανοποίητο της ανθρώπινης φύσης ή στο ότι ο Σύριζα «απέτυχε», αλλά στη δυσάρεστη υπενθύμιση ότι, σε περίοδο υποχώρησης της ταξικής πάλης, η πολιτική δεν είναι, ούτε καν σχετικά, αυτόνομη από τον κυρίαρχο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Μόλις είπαμε την κακή λέξη που πολλοί ήθελαν να ξορκίσουν από το κίνημα: «καπιταλισμός». Πράγματι, τι κρίμα που τα όμορφα δημοκρατικά και συνεταιριστικά-μαγαζατορικά όνειρα πρέπει να συντρίβονται πάνω στους υφάλους της καπιταλιστικής πραγματικότητας και των «οικονομικών δεικτών» που αν δεν «βελτιωθούν» καμία «έξοδος από τα μνημόνια δεν είναι εφικτή» – όπως ακούραστα επαναλαμβάνει η κυβέρνηση του «λαού»!
Δόθηκε μάχη για να περιθωριοποιηθεί εντός του κινήματος η ταξική προοπτική από τα κάτω –αυτή είναι η μόνη ήττα που εμείς ξέρουμε ότι έλαβε χώρα τα τελευταία χρόνια– και οι ευγενικές δημοκρατικές ψυχές του κινήματος αναγκάζονται να υφίστανται τις συνέπειες αυτής της περιθωριοποίησης κάθε μέρα – ως συνεχιζόμενο ταξικό-μνημονιακό πόλεμο οργανωμένο από τα πάνω, από τη δεξιά και την αριστερά του κεφαλαίου! Και καλά η «εξέγερση από τα δεξιά»: αυτή μπορεί πάντα να βρει ένα επαρκές ιδεολογικό καταφύγιο για την απογοήτευσή της στον Αμβρόσιο και τις ελληνικές σημαιούλες. Αλλά η δημοκρατική «εξέγερση από τα αριστερά»; Που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί μόνο από το γεγονός ότι δεν είναι προσωρινά στην κυβέρνηση η κακιά, «αντιδραστική» δεξιά; Που βλέπει να μην μπορούν να αξιοποιηθούν όπως θα έπρεπε τα (αντιρατσιστικά, αντισεξιστικά, τεχνοκρατικά) διδακτορικά της και τα μαγαζιά της στην αγορά; Αναγκάζεται να βολευτεί προσωρινά όπως μπορεί (στις ΜΚΟ, στις ΚΟΙΝΣΕΠ, στα υπουργεία, στα ερευνητικά προγράμματα των πανεπιστημίων κλπ.) ή να καταφύγει στην Ευρώπη για καριέρα. Κι οι μειοψηφικές προλεταριακές πρακτικές, που μόνο στις πιο βίαιες και αρνητικές εκδηλώσεις τους κατάφερναν να υπερβούν τη λαϊκοδημοκρατική τους πλαισίωση, ακόμα και πριν από το 2012; Όσες δεν φυτοζωούν, έχουν απορροφηθεί πια από τη φιλοεαμική, σταλινική εκδοχή της λαϊκής δημοκρατίας.
Τι είναι αλήθεια αυτό το κωλοσύστημα που δεν αφήνει όλα τα δημοκρατικά λουλούδια ν’ ανθίσουν; Αυτό θα μπορούσε να το εξηγήσει μόνο μια θεωρία που θα εντόπιζε τα σκαμπανεβάσματα της αυτο-αξιοποιούμενης αξίας στο αντιφατικό σταυροδρόμι των ανταγωνιστικών διαδικασιών της αγοράς, των τεχνολογικών αναδιαρθρώσεων της παραγωγής υπεραξίας και των μεταμορφώσεων της κοινωνικής αναπαραγωγής. Μια θεωρία των κρίσεων με άλλα λόγια.
Για τους περισσότερους όμως πρώην κινηματικούς δεν υπάρχει πια χρόνος για νέες θεωρητικές και κινηματικές περιπέτειες. Ό,τι παίχτηκε, παίχτηκε. Τώρα πρέπει να βγει το καθημερινό ψωμί της επιβίωσης, καριέρες πρέπει να χτιστούν, μαγαζιά να οργανωθούν…
Η γλαυξ της Αθηνάς μια ζωή θα πετάει το σούρουπο. Ήδη είναι αργά και δεν έχουμε καμιά ψευδαίσθηση ότι στην ταυτόχρονα πρωτογενή –βασισμένη στις εμπειρίες μας– και αναστοχαστική ιστορία που παρουσιάζουμε στις επόμενες σελίδες θα βρεθούν πολλά ευήκοα ώτα. Η αγωνία της ζωής όμως μας σπρώχνει διαρκώς προς το κέντρο των πραγμάτων· εκεί που δημιουργηθήκαμε. Η προσωπική μας ιστορία είναι άρρηκτα δεμένη με την ιστορία του «αντιμνημονιακού κινήματος». Ας πούμε λοιπόν ότι η δημοσίευση των σκέψεων που ακολουθούν επιβλήθηκε πάνω απ’ όλα από την προσωπική ανάγκη της διαύγασης αυτού που ζήσαμε. Και μεις οι ίδιοι μοιραστήκαμε κάποτε με δύο τρόπους τις ψευδαισθήσεις που εδώ κριτικάρονται: α) υπερεκτιμήσαμε τις αρχικές αυθόρμητες ταξικές πρακτικές, την απόρριψη των πολιτικών κομμάτων, τη διάθεση για αυτοργανωμένη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών που προηγήθηκαν της ανόδου του Σύριζα και του αντιφασιστικού κινήματος, χωρίς να μπορέσουμε να διακρίνουμε έγκαιρα την αδυναμία απογαλακτισμού τους από τη δημοκρατική ιδεολογία και β) δεν ήμασταν πάντα συνεπείς στην κριτική των Συριζέων, των φιλοσυριζέων συνοδοιπόρων τους και γενικότερα των οπαδών της λαϊκής δημοκρατίας από το φόβο της περιθωριοποίησης και της γκετοποίησης σε μια περίοδο που η πολιτική της απαξίωσης δεν μας άφηνε κανένα περιθώριο αποστασιοποίησης από το πραγματικό κίνημα.
Λίγα λόγια για την ιστορία των κειμένων που ακολουθούν
Μια πρώιμη εκδοχή των κειμένων αυτού του τεύχους, βασισμένη και σε υλικό που είχαμε δημοσιεύσει στα αγγλικά την περίοδο 2011-2015 στα πλαίσια διεθνών συναντήσεων κι εκδηλώσεων, παρουσιάστηκε στην αείμνηστη κατάληψη της Βίλας Ζωγράφου, στις 23 Μαΐου 2015. Μια δεύτερη εκδοχή τους παρουσιάστηκε στην τριήμερη συνάντηση, που συνδιοργάνωσαν τα Παιδιά της Γαλαρίας με την Υπόγεια Σήραγγα, τον Αυτοδιαχειριζόμενο Κοινωνικό Χώρο της Βίλας Ζωγράφου, τη Συνέλευση Αδιαμεσολάβητου Αγώνα Γεωπονικού, το Αυτόνομο Σχήμα ΦΜΣ, το Αυτόνομο Σχήμα ΣΚΣ, εργαζόμενους του ΕΚΠΑ, την πολιτική ομάδα No Lager και τους Αναρχικούς για την Κοινωνική Απελευθέρωση, στον ίδιο χώρο στις 10-12 Ιουλίου 2015. Το τριήμερο στη Βίλα Ζωγράφου αποτελούσε μια πρώτη προσπάθεια ανάγνωσης της αριστερής διαχείρισης της «κρίσης χρέους» και συνάμα (αυτο)κριτικής των αντιμνημονιακών αγώνων στους οποίους είχαμε συμμετάσχει έως τότε, ενόψει και της υπογραφής του νέου, τρίτου κατά σειρά, Μνημονίου –το οποίο υπογράφηκε μία μόλις ημέρα μετά, στις 13/7– εν μέσω «σιωπηλής ανοχής» από το «αντιμνημονιακό κίνημα» της περιόδου 2010-2012. Στην καταληκτική συνέλευση εκείνου του τριήμερου έπεσε η ιδέα για τη δημιουργία μιας δημόσιας συνέλευσης, στα πλαίσια της οποίας θα συζητιόνταν τα μέτρα του νέου Μνημονίου και θα διοργανώνονταν δράσεις ενάντια στην ψήφισή τους. Η συνέλευση αυτή, που πήρε το όνομα Συνέλευση Εργαζομένων και Ανέργων της πλ. Συντάγματος, είχε τις επόμενες ημέρες συχνή δημόσια παρουσία στην πλατεία Συντάγματος, διοργάνωσε δικές της δράσεις (π.χ. παρέμβαση στα ακυρωτικά των σταθμών του μετρό) και συμμετείχε στις ελάχιστες πορείες που καλέστηκαν. Σε αυτά τα πλαίσια η Συνέλευση διοργάνωσε δύο δημόσιες εκδηλώσεις, πάλι στην πλατεία Συντάγματος, με θέμα την νέα επίθεση που οργανωνόταν ενάντια στην εργατική τάξη, προσπαθώντας ταυτόχρονα να αναδείξει το ζήτημα της δικής μας απάντησης σε αυτή. Σε σχέση με αυτό, παρουσιάστηκαν τρόποι με τους οποίους το προλεταριάτο είχε αντιμετωπίσει την μείωση του άμεσου και έμμεσου μισθού στο παρελθόν – έχοντας ως κύρια αναφορά το κίνημα αυτομείωσης των προηγούμενων χρόνων. Μετά την ψήφιση του Μνημονίου και την επανεκλογή του Σύριζα, η Συνέλευση προχώρησε στην έκδοση δύο μπροσούρων, με τίτλο Σκοτώνουν τα άλογα στη δουλειά και όταν γεράσουν τα θάβουν ιδίοις εξόδοις το Δεκέμβρη του 2015 και Θέλουμε μισθό και όχι «δουλίτσα»!, το 2017. Η μεν πρώτη, που αποτέλεσε επανέκδοση παλαιότερης μπροσούρας της Ομάδας Ενάντια στον Εκβιασμό της Μισθωτής Εργασίας συμπληρωμένη με νέο υλικό, κυκλοφόρησε με αφορμή την ριζική αναδιάρθρωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, στην οποία προχώρησε τότε η αριστερά του κεφαλαίου και την οποία πραγματοποίησε μέσα στο 2016, η δε δεύτερη με αφορμή την αναδιάρθρωση της εργασιακής νομοθεσίας. Στα κείμενα που ακολουθούν θα βρείτε μια περαιτέρω επεξεργασία αναλύσεων που είχαν διατυπωθεί σε συνεργασία με άλλους συντρόφους στις δύο παραπάνω μπροσούρες, και στο προηγούμενο τεύχος των Παιδιών της Γαλαρίας (# 16-17, 2014).
Η αναδρομή στο κίνημα των προηγούμενων χρόνων θα συνεχιστεί και στο επόμενο τεύχος.
Μάιος 2018
Θα το βρείτε σε διάφορα βιβλιοπωλεία και κινηματικούς χώρους, όπως πάντα.
Προλογικό Σημείωμα σε pdf
Αναρτήθηκε από: Τα παιδιά της γαλαρίας | 2 Ιουνίου 2018
We would like to thank you for the invitation to your festival, which will give us the opportunity to elaborate a bit on the subject of internationalism and mass protest against capitalist targets.
Our group, TPTG, has been active for years, however, as it is a tiny one, we cannot seriously claim that our own resources and organizing efforts alone could disrupt capital’s infrastructure through mass protest. In the over two decades’ period of our existence, we have mainly tried to be part of the real movement going on in a critical way, that’s why we have been involved in strikes, demonstrations, local assemblies, riots or other kinds of mass protest, in both workplaces and non-workplaces, that is to say, in the production and the circulation sphere.
It is possible that anti-authoritarian internationalism, as you put it, at least in its current form as counter-summits, may provide a very useful network of comrades around the world through which insights, experience, practical proposals and theoretical analysis can be exchanged. However, it has certain limitations. It has been commonly acknowledged that such events usually exhaust their importance by the end of the respective summits, thus their duration is by their nature pretty short. Therefore, they cannot be the basis for any long term struggle, even though they can cause considerable disruption for a certain and rather predictable period of time, like the shut-down of the port in Hamburg, as it is mentioned in the workshop title.
We also share with you the concern on the more and more scientifically elaborated state management of crowd protests and the advanced repressive techniques the cops have been using. We have dealt with such matters in the recent past when class struggles and mass protest in the streets in Greece had reached an unprecedented level and we were confronted with the need to exchange insights with international comrades on our enemies’ renewed repression techniques. For this purpose, we had started an inquiry on the subject which was triggered off and affected by the Aufhebengate.
…
Η ομιλία μας σε pdf
Αναρτήθηκε από: Τα παιδιά της γαλαρίας | 9 Οκτωβρίου 2017