ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΙΚΡΟΑΣΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΙΚΡΟΑΣΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Μια Μαρτυρία για τη Μεταπολίτευση
Οι Θέσεις για τον μικροαστισμό και την αντικουλτούρα στην Ελλάδα είχαν δηµοσιευθεί σε 3 συνέχειες στα τεύχη 3 (1992), 4 (1994) και 5 (1995) του περιοδικού Τα Παιδιά της Γαλαρίας και το Επίμετρο περιέχει ακόμα πέντε καινούργιες.
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
ΠΕΝΤΕ ΑΚΟΜΑ ΘΕΣΕΙΣ, ΤΡΙΑΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ
1
Οι Θέσεις για τον μικροαστισμό και την αντικουλτούρα στην Ελλάδα είναι ένα ασυνήθιστο κείμενο. Ενώ συνιστά μια απερίφραστη κριτική του μικροαστισμού -τόσο ως ιστορική πρακτική (μικροαστική τάξη) όσο και ως πνεύμα- ταυτόχρονα δείχνει ότι η καθιερωμένη κριτική στον κυρ-Παντελή και τον παραδοσιακό μικροαστισμό είναι επιφανειακή και υποκριτική: προέρχεται από τους τεχνοκράτες της αριστεράς, από τα στελέχη, από τον περιθωριακό/μαύρο εργάτη που ονειρεύεται να ανοίξει δικό του μαγαζί, από τον «εναλλακτικό» επιχειρηματία – εν ολίγοις, από τη νέα μικροαστική τάξη που ξεπήδησε από το κίνημα της αντικουλτούρας. Στόχος του κειμένου ήταν να βοηθήσει την περιθωριακή εργάτρια και τον περιθωριακό εργάτη να ξεκολλήσουν από την ψευδαίσθηση της διαρκούς εναλλαγής ρόλων μέσα στην οποία ζουν, να ξεπεράσουν τον θαυμασμό που τρέφουν για τα «εναλλακτικά» αφεντικά, να συνειδητοποιήσουν ότι αυτές και αυτοί τα ζουν με την εργασία τους (και όχι το αντίστροφο) και να περάσουν στην αντεπίθεση. Η μέθοδος που χρησιμοποιήσαμε για να πετύχουμε αυτόν τον στόχο ήταν η μέθοδος της αυτοκριτικής, του αναστοχασμού πάνω σ’ αυτά που κάναμε ή δεν κάναμε στα νιάτα μας και πάνω στην ιστορία των προγόνων μας τις δεκαετίες του 1950 και 1960 (Θέσεις 17-25).
2
Οι Θέσεις είναι νεανικό έργο των Παιδιών της Γαλαρίας. Το μεγαλύτερο μέρος του γράφτηκε μέσα στο 1992 ενώ οι θέσεις 28-33 προστέθηκαν στα τέλη του 1994-αρχές του 1995 και αποτυπώνουν την οριστική ένταξή μας στο εργατικό κίνημα, αδιαφορώντας αν αυτό είναι «αμυντικό», «ρεφορμιστικό» ή «ριζοσπαστικό» – πολύ συχνά είναι και τα τρία πράγματα ταυτοχρόνως. Καλύπτουν λοιπόν τα είκοσι πρώτα -και σημαντικότερα- χρόνια της μεταπολίτευσης μέχρι τις απαρχές του νεοφιλελευθερισμού, των ιδιωτικοποιήσεων και της κατακρεούργησης των εργατικών κατακτήσεων που κάθε άλλο παρά μόνιμες αποδείχτηκαν. Οι Θέσεις δεν συνιστούν με κανέναν τρόπο «αντικειμενική» ιστορία· είναι γραμμένες από μια ρητά υποκειμενική, μεροληπτική σκοπιά. Πιο συγκεκριμένα, είναι γραμμένες από τη σκοπιά των αναρχοφρήκ που μπαίνουν για τα καλά στη μισθωτή εργασία και περνούν σε ξεκάθαρα ταξικές θέσεις. Εκείνη την εποχή είχαμε αρχίσει να δουλεύουμε στα νησιά του Αιγαίου ως αναπληρωτές εκπαιδευτικοί. Αυτή η εμπειρία μάς έδωσε τη δυνατότητα να μελετήσουμε από πρώτο χέρι τον μικροαστισμό στην πιο πανηγυρική του εκδήλωση, στην τουριστική βιομηχανία· εκεί που συναντιέται ο περιθωριακός εργάτης με τα παραδοσιακά και τα «εναλλακτικά» αφεντικά. Σε διάφορα σημεία των Θέσεων φωτογραφίζονται πραγματικά πρόσωπα και υπαρκτές κοινωνικές σχέσεις και καταστάσεις· παρόλα αυτά, το κείμενο δεν κάνει καμιά υποχώρηση στον εμπειρισμό, αλλά εντάσσει το εμπειρικό υλικό στις μορφές της κριτικής-θεωρησιακής σκέψης.
3
Η εφηβική και μετεφηβική ηλικία ενός ανθρώπου είναι η πραγματική πατρίδα του. Τίποτα δεν έχουμε ξεχάσει ή υποτιμήσει απ’ όσα κάναμε και σκεφτόμασταν τα χρόνια από το 1979 ως το 1987: ούτε τις φοιτητικές καταλήψεις, ούτε το πόσο το διασκεδάζαμε όταν μοιράζαμε κόλυβα στη γιορτή του Πολυτεχνείου το 1981 σε σακουλάκια που έγραφαν «Το Πολυτεχνείο Ζει, Εσείς;»· όταν στην πορεία της Πρωτομαγιάς το 1984 είχαμε φτιάξει μπλοκ με τους Ντανταϊστές Αθηνών που κουβαλούσαν ένα ακατανόητο πανώ και μεις κουνάγαμε μαυροκόκκινες σημαίες φωνάζοντας ρυθμικά «Δεν είναι οι σημαίες κλειδί του Παραδείσου / αν είσαι ιδεολόγος άντε και γαμήσου»· όταν, αγόρια και κορίτσια, κυνηγιόμασταν μέσα στα αμφιθέατρα, εν ώρα μαθήματος, κουνώντας σωβρακάκια και κυλοτάκια· όταν την πέφταμε στο βιβλιοπωλείο της Σύγχρονης Εποχής στην Ακαδημίας μετά το πραξικόπημα του Γιαρουζέλσκι· όταν κάναμε ντου στις πρώτες ροκ συναυλίες, με κορυφαία στιγμή τον μπουγελοπόλεμο με τα λάστιχα του «Νίκος Γκούμας» στη συναυλία του Gallagher το 1980, πριν καταλήξουμε να προσαχθούμε στο κοντινότερο αστυνομικό τμήμα· όταν αράζαμε στο δικό μας σκυλάδικο, στο Σκύλαμπ της Πλάκας, εμποδίζοντας τον Πανούση να λέει παπαριές μόνος του επί σκηνής χωρίς τη συμμετοχή του κοινού… Και πόσες άλλες φάρσες, προκλήσεις, περιπλανήσεις στην πόλη και δημιουργίες ανατρεπτικών καταστάσεων ακόμα που κάποια στιγμή έπρεπε να σταματήσουν όχι μόνο γιατί μεγαλώναμε, αλλά επειδή πολύ γρήγορα έγιναν όργανα στα χέρια απατεώνων και εμπόρων που ήθελαν να ανανεώσουν τον κόσμο του θεάματος – οι πιο πολλοί από δαύτους προέρχονταν από το συνάφι μας.
Μια και ανήκαμε στους πολιτικοποιημένους αναρχοφρήκ που διάβαζαν Σοσιαλισμό ή Βαρβαρότητα και καταστασιακούς, όλη αυτή η εμπειρία δεν πήγε χαμένη. Τα χρόνια που ακολούθησαν τη δημοσίευση των Θέσεων συμμετείχαμε σε όλους σχεδόν τους σημαντικούς εργατικούς αγώνες: στα εξεταστικά κέντρα το 1998, τις διαδηλώσεις ενάντια στην αποσάρθρωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης από το 2001 και μετά, τη μεγάλη απεργία των δασκάλων το 2006, την κατάληψη της ΓΣΕΕ το 2008, τις απεργίες και τις συγκρούσεις που έγιναν στα πλαίσια του αντι-μνημονιακού κινήματος το 2010-2012, τις κινητοποιήσεις ενάντια στις καραντίνες, τον υποχρεωτικό εμβολιασμό και την κατεδάφιση του ΕΣΥ το 2020-2022 κ.ά. Λόγω όμως της προηγηθείσας εξεγερσιακής-σουρεαλιστικής εμπειρίας μας ως αναρχοφρήκ, το κάναμε με μια αντι-ιεραρχική εργατική συμπεριφορά που εστίαζε στις εξισωτικές διαδικασίες των γενικών συνελεύσεων, τις επιτροπές αγώνα που ενθάρρυναν τις πρωτοβουλίες της βάσης των σωματείων, τα αιτήματα που αφορούσαν τις συνθήκες εργασίας, τις απόπειρες αξιολόγησης και πειθάρχησης και τις κινήσεις αλληλεγγύης προς άλλους αγωνιζόμενους εργαζόμενους. Κι όλα αυτά χωρίς φυσικά να περιφρονούμε τις διεκδικήσεις γύρω από τον μισθό, αφού στον συλλογικά διεκδικούμενο μισθό έγκειται η δύναμη της εργατικής τάξης – όπως και στη διεθνική συλλογική δράση ενάντια στην επιβολή της μισθωτής εργασίας η δύναμη του προλεταριάτου.
4
Πολλά πράγματα έχουν αλλάξει τα τελευταία τριάντα χρόνια και ταυτόχρονα τίποτα, μια και πρόκειται για αλλαγή μέσα στη συνέχεια. Με τη βοήθεια της πανταχού παρούσας οικογένειας, τα μικροαστικά επαγγέλματα του «αντικουλτουριάρη» έχουν πληθύνει: τατουατζήδες, ιδιοκτήτες διαμερισμάτων airbnb, κέντρα λογοθεραπείας και ψυχοθεραπείας, μικρές, απομονωμένες, ακόμα και μονοπρόσωπες, εταιρείες computer freaks που αναλαμβάνουν εργολαβίες, ΚΟΙΝΣΕΠ κλπ. Αξίζει να σταθούμε στην τελευταία περίπτωση μαγαζιών που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια του αντι-μνημονιακού κινήματος με τον μανδύα της αυτοδιαχείρισης και προωθήθηκαν ως λύση στην ανεργία κυρίως από τα πάσης φύσεως συριζάδικα κυκλώματα έτσι ώστε να αποδυναμωθεί η εργατική, διεκδικητική πτέρυγα αυτού του κινήματος. Η δυνατότητα δημιουργίας Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων με ευνοϊκές φορολογικές απαλλαγές εισήχθη από το ΠΑΣΟΚ με το νόμο 4019/2011. Σε συνθήκες αναδιάρθρωσης και διάλυσης του κράτους-πρόνοιας, ο νόμος αυτός αποσκοπούσε στη μερική υποκατάσταση των κοινωνικών υπηρεσιών του με την εκχώρησή τους σε ιδιώτες, καθώς και στη δημιουργία ενός πεδίου δοκιμής νέων επιχειρηματικών ιδεών με φτηνό εργατικό δυναμικό. Τα χρόνια 2011-2015 θα μείνουν στην ιστορία του ανταγωνιστικού κινήματος στην Ελλάδα ως τα χρόνια που η συνεταιριστική επιχειρηματική ιδεολογία της αντικουλτούρας θριάμβευσε στο εσωτερικό του, με τις ψευδαισθήσεις «επανίδρυσης του κράτους και της ελληνικής οικονομίας μέσω των ΚΟΙΝΣΕΠ», τη «μεταβίβαση χρεωκοπημένων επιχειρήσεων υπό εργατικό έλεγχο», την «κοινωνική φροντίδα ευάλωτων ομάδων», την «ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής» που διαλύθηκε από τα μνημόνια, τη «διανομή των κερδών στους εργαζόμενους των νέων επιχειρήσεων ως κίνητρο παραγωγικότητας» και πολλά άλλα να δίνουν και να παίρνουν – μέχρι να προσγειωθούν όλοι οι επίδοξοι μαγαζάτορες στους υφάλους της σκληρής πραγματικότητας του τρίτου (συριζάδικου αυτή τη φορά) μνημονίου.
5
Μέσα σ’ αυτά τα τριάντα χρόνια κυκλοφόρησαν πολλά βιβλία που έχουν εμπλουτίσει τις γνώσεις μας για το εργοστασιακό κίνημα της δεκαετίας του 1970 και τους αγώνες στις «προβληματικές» επιχειρήσεις του 1990, το αναρχοπάνκ, το underground, την εναλλακτική ραδιοφωνία και τις μαθητικές καταλήψεις. Υπάρχουν επίσης ορισμένες ενδιαφέρουσες εργασίες για γεγονότα που ακολούθησαν, όπως οι ταραχές του 2008 και το αντι-μνημονιακό κίνημα. Καμιά όμως από αυτές τις (ακαδημαϊκές ως επί το πλείστον) εργασίες δεν διαθέτει τη φρεσκάδα, την πρωτοτυπία και τη ριζοσπαστικότητα εκείνων των βιβλίων, των περιοδικών και των προκηρύξεων των δεκαετιών του 1970 και 1980 που, σε συνδυασμό με τις εμπειρίες του δρόμου και της πιάτσας, μας βοήθησαν να καταλάβουμε σε βάθος τη νεοελληνική κοινωνία.(1) Και κυρίως, τίποτα απ’ αυτά που κυκλοφόρησαν τα τελευταία τριάντα χρόνια δεν μας έχει πείσει ότι έχουν αλλάξει οι όροι του προβλήματος: ο μικροαστισμός εξακολουθεί να είναι το κύριο -και θλιβερότερο- υποκατάστατο της κοινωνικής επανάστασης στην Ελλάδα. Μάλιστα, αυτό που είχαμε «προβλέψει», ότι θα έμπαινε σε μια φάση αποσύνθεσης και υποχώρησης, αποδείχτηκε λανθασμένο. Παρά το γεγονός ότι το ποσοστό των μισθωτών επί του εργασιακά ενεργού πληθυσμού έχει αυξηθεί στο 70% -ως αποτέλεσμα της απελευθέρωσης των γυναικών από τον ρόλο του «βοηθού της οικογενειακής επιχείρησης» και της διευρυμένης εισόδου τους στην αγορά εργασίας- και παρά το γεγονός ότι συρρικνώθηκαν προσωρινά την περίοδο των δύο πρώτων μνημονίων, το ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων εξακολουθεί να είναι πάνω από το 27% (το μεγαλύτερο στην ΕΕ). Το κράτος τούς βοηθά α) με άμεσες επιχορηγήσεις· β) με φοροαπαλλαγές και εκπτώσεις στις ασφαλιστικές εισφορές (πχ. αφορολόγητο για τρία χρόνια σε περίπτωση ενοικίασης «κλειστού» διαμερίσματος, επιλογή κλάσης ασφάλισης κλπ)· γ) με ευρωπαϊκά προγράμματα αύξησης της εγχώριας ζήτησης (πχ. ανακαινίσεις, ανακύκλωση λευκών συσκευών κλπ)· δ) με ευρωπαϊκά κονδύλια εκσυγχρονισμού της επιχείρησης (ψηφιοποίηση κλπ.)· ε) με ευρωπαϊκά κονδύλια δια βίου κατάρτισης· στ) χαρίζοντάς τους πληρωμένους από το ίδιο υπαλλήλους από τη δεξαμενή του εφεδρικού εργατικού στρατού του ΟΑΕΔ, ζ) με την τυπική θεσμοθέτηση στο εργατικό δίκαιο (προς όφελος όλων των αφεντικών αυτού του κόσμου) κανόνων που για δεκαετίες χαρακτήριζαν άτυπα τα μικρομεσαία κάτεργα: ξεχείλωμα διευθυντικού δικαιώματος, επέκταση ωραρίου δίχως αποζημίωση, συμβόλαια «μηδενικών ωρών», δυνατότητα επιβολής υπερωρίας και άρσης του ρεπό κλπ.
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΓΑΛΑΡΙΑΣ
Νοέμβρης 2024
(1) Επειδή εδώ, για λόγους χώρου και πολύτιμου χρόνου, αποφεύγουμε να σχολιάσουμε κριτικά την πληθώρα βιβλίων και εντύπων που κυκλοφόρησαν τα τελευταία τριάντα χρόνια και αφορούν στην πολιτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ιστορία της ύστερης μεταπολίτευσης, θα επιστήσουμε την προσοχή της αναγνώστριας που θα ήθελε να μάθει τι γράψαμε εμείς τουλάχιστον από το 1995 και μετά σε δυο τρία κείμενα που συντάξαμε μαζί με άλλα συντρόφια. Ενδεικτικά αναφέρουμε: Σκοτώνουν τα άλογα στη δουλειά και όταν γεράσουν τα θάβουν ιδίοις εξόδοις (Ομάδα ενάντια στον εκβιασμό της εργασίας, γ΄ έκδοση, 2015)· Θέλουμε μισθό και όχι «δουλίτσα» (Συνέλευση εργαζομένων-ανέργων από την πλατεία συντάγματος, 2017) και το 18ο τεύχος των Παιδιών της Γαλαρίας (2018). Αποφεύγουμε επίσης να σχολιάσουμε τη μετάλλαξη του αναρχικού-αντιεξουσιαστικού χώρου προς τον αναρχοσταλινισμό και την πολιτική της ταυτότητας. Αρκεί μόνο να πούμε ότι την εποχή που γράψαμε το αρχικό κείμενο ο «χώρος» ήταν ακόμα σε μεγάλο βαθμό ενάντια στον λενινισμό, τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα και τον συντεχνιακό συνδικαλισμό και υπέρ του κομμουνισμού των εργατικών συμβουλίων.